Οι Καταζητούμενοι στην Ελλάδα που έχουν πέντε επίθετα και τέσσερα γενέθλια

Στον τηλεοπτικό “Lupin” του Netflix, μία από τις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες της καραντίνας, ο κεντρικός ήρωας παρουσιάζεται όπως τον έπλασε στα αστυνομικά μυθιστορήματα ο Μορίς Λεμπλάν, ένας ευφυέστατος λωποδύτης με ευγενικούς, αριστοκρατικούς τρόπους κι επίσης χίλια πρόσωπα. Το τελευταίο γνώρισμα ταλαιπωρεί τις διωκτικές Αρχές στην πραγματική ζωή.

Αξιωματικός της Ασφάλειας έλεγε τελευταία στον γράφοντα ότι ένας από τους μεγαλύτερους πονοκεφάλους του Τμήματος Αναζητήσεων είναι οι καταζητούμενοι, οι οποίοι αναφέρονται στα εντάλματα και τα διωκτικά έγγραφα με πολλά διαφορετικά ονόματα και άλλες τόσες ημερομηνίες γέννησης. Υπάρχει, για παράδειγμα, ανακοίνωση της ΓΑΔΘεσσαλονίκης για κακοποιό, με πέντε διαφορετικά επίθετα, τρία μικρά ονόματα (Ali ή Athmane ή Djame), τέσσερα διαφορετικά πατρώνυμα (Bezir ή Nadir ή Nadhir ή Abdlkader) που έχει γεννηθεί «το 1988 ή το 1978 ή το 1976» στο «Ιράκ ή την Παλαιστίνη ή την Αλγερία ή το Ισραήλ ή την Αλβανία». Σωστός μύλος.

Οι αληθινοί «Αρσέν Λουπέν»

Μια παρόμοια περίπτωση «Αρσέν Λουπέν» εξετάστηκε πρόσφατα στο Εφετείο της Θεσσαλονίκης. Από τον φάκελο της υπόθεσης προκύπτει μια σχεδόν σουρεαλιστική διαδικασία ταυτοποίησης. Η ιστορία ξεκινά με τη σύλληψη 44χρονου άνδρα αλβανικής καταγωγής, σε βάρος του οποίου εκκρεμούσε Ερυθρά Αγγελία της Interpol Αλβανίας για ανθρωποκτονία, που φέρεται να είχε τελέσει στη γειτονική χώρα το μακρινό 1997.

Ο ίδιος αρνήθηκε από την αρχή ότι ήταν το πρόσωπο που καταζητούσαν οι Αρχές της γειτονικής χώρας. Δήλωσε, μάλιστα, ότι είχε γεννηθεί τον Σεπτέμβριο του 1978 σε ένα χωριό έξω από την Πρίστινα του Κοσσόβου από άγνωστους γονείς και όχι τον Σεπτέμβριο του 1976 στην Αλβανία, όπως ανέφερε το έγγραφο διεθνούς αναζήτησης. Τα τελευταία στοιχεία είχαν καταχωρηθεί και στη βάση προσώπων της Interpol του συστήματος Σένγκεν με την ένδειξη «Καταζητούμενος με σκοπό τη σύλληψη». Στην Ερυθρά Αγγελία υπήρχαν και φωτογραφίες του. Όμως, κάπου εκεί τα πράγματα άρχισαν να περιπλέκονται.

Έναν μήνα αργότερα, ο ίδιος έκανε προσφυγή αμφισβητώντας ότι είναι το πρόσωπο που καταζητούν οι Αλβανοί. Όπως είπε στο αρμόδιο συμβούλιο, που συνεδρίασε δημόσια ως δικαστήριο, εφόσον υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία από τους δικαστικές, τότε θα έπρεπε να αναβληθεί η εκδίκαση της υπόθεσης, ώστε να ζητηθούν από τις αλβανικές Αρχές περισσότερα στοιχεία. Επιπλέον, πικαλέστηκε το αλβανικό δελτίο ταυτότητας που αναφερόταν στον φάκελο και ζήτησε να γίνει σύγκριση των δακτυλικών του αποτυπωμάτων.

Σύμφωνα με τα έγγραφα της Interpol Αλβανίας που στάλθηκαν στην Εισαγγελία Εφετών της Θεσσαλονίκης λίγο καιρό αργότερα, δεν υπήρχαν διαθέσιμα αποτυπώματα για τον καταζητούμενο. Στον φάκελο αναφερόταν μόνο ο αριθμός της ταυτότητας και όχι αντίγραφό τους. Επιπλέον, δίπλα στην ένδειξη για το χρώμα των ματιών του κατόχου, υπήρχε η σημείωση «άγνωστο». Τα πράγματα γινόταν περισσότερο περίπλοκα. Το δικαστήριο διέκοψε για επόμενη συνεδρίαση.

Ανεπίσημα σημειώνεται ότι το ελληνικό δικαστήριο απευθύνθηκε στην Αστυνομία. Στο αρχείο της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών υπήρχε φάκελος στο όνομά του, όμως δίπλα στο αρχικό επίθετο ήταν γραμμένο ένα δεύτερο και τουλάχιστον τέσσερα διαφορετικά μικρά ονόματα. Όσον αφορά το έτος γέννησης, όπως πληροφορείται το VICE, αναφέρονταν τέσσερις διαφορετικές ημερομηνίες, από τον Σεπτέμβριο ως τον Δεκέμβριο του 1978.

Ο ίδιος άνθρωπος, που στο μεταξύ παρέμενε κρατούμενους, κλήθηκε να καταθέσει στο δικαστήριο, περιγράφοντας ωστόσο μια τρίτη εκδοχή, που φέρεται να αποδείχθηκε κρίσιμη εναντίον του. Είπε ότι ήρθε το 1978 στην Ελλάδα «σε ηλικία εννέα ετών» και ότι τον μεγάλωσε μια οικογένεια στη Θεσσαλονίκη. Τα μαθηματικά δεν έβγαιναν. Επίσης, δεν προσδιόρισε τον τρόπο με τον οποίο έφυγε από την Ελλάδα και έφτασε στη Γερμανία το 1994, όπου είχε λάβει πολιτικό άσυλο, όπως είπε, χωρίς όμως κάποιο αποδεικτικό στοιχείο, παρά μόνο ότι ταξίδεψε με πλαστό διαβατήριο.

Επιστρατεύτηκε τότε ένα από τα τελευταία εργαλεία, οι φωτογραφίες στα διωκτικά έγγραφα. Ο ίδιος φέρεται να αναγνώρισε τον εαυτό του στην Ερυθρά Αγγελία της Interpol Αλβανίας. Έγινε σύγκριση με τις φωτογραφίες στο αρχείο των ελληνικών εγκληματολογικών εργαστηρίων και παρότι, όπως σημειώνεται, οι φωτογραφίες «είχαν διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά», εντούτοις κρίθηκε ότι ήταν το ίδιο πρόσωπο.

Το Εφετείο της Θεσσαλονίκης έκρινε ότι ενδιαφέρει μόνο η «φυσική» ταυτότητα του καταζητούμενου, αν είναι δηλαδή το ίδιο πρόσωπο με αυτό που συνελήφθη, χωρίς να απαιτείται να βεβαιωθούν τα πραγματικά του στοιχεία (ονοματεπώνυμο, ημερομηνία γέννησης), τα οποία ο ίδιος είχε στο μεταξύ αλλάξει δύο φορές στις καταθέσεις του. Στον δικαστικό φάκελο σημειώνεται ότι ο άνδρας αναγνωρίστηκε και από τον αδερφό του, τόσο σε φωτογραφίες όσο και δια ζώσης, όταν συναντήθηκαν στα κρατητήρια, χωρίς περισσότερες λεπτομέρειες. Είχαν χρειαστεί, ωστόσο, για όλα τα παραπάνω τέσσερις διαφορετικές δικάσιμοι στο ακροατήριο.

_____________________________________________________________________

* Άρθρο από τον Κώστα Κουκουμάκα, vice.gr