Βελβεντό Κοζάνης: Σκότωσε τη σύζυγό του, πήγε να δει τα παιδιά τους και την ενταφίασε σε οικόπεδο, ενώ την αναζητούσε ως εξαφανισμένη.

Η συνταρακτική ομολογία του δράστη της δολοφονίας της συζύγου του, μεσα στο σπίτι τους στο Βελβεντό Κοζάνης, ενώ στο διπλανό δωμάτιο είχαν βάλει για ύπνο τα τρία ανήλικα παιδιά τους, την οποία στη συνέχεια έθαψε στο χωράφι του το οποίο όργωσε και δήλωσε την εξαφάνισή της, ενώ φαινομενικά συμμετείχε στις έρευνες για τον εντοπισμό της. Η απολογία του συζυγοκτονου, προκαλεί αποτροπιασμό στις λεπτομερείς περιγραφές του, για τις συνθήκες του εγκλήματος.

ΒΕΛΒΕΝΤΟ_ΚΟΖΑΝΗΣ

«Μόλις σταμάτησε να αναπνέει, πήγα στο διπλανό δωμάτιο για να δω αν είχαν ξυπνήσει τα παιδιά. Κοιμόντουσαν, ενώ και οι γονείς μου που ήταν στο κάτω διαμέρισμα δεν είχαν ακούσει τις φωνές της. Έπειτα σκέφτηκα πως θα εξαφανίσω το πτώμα» ανέφερε στην προανακριτική κατάθεσή του στους Αστυνομικούς ο σύζυγος και δράστης της δολοφονίας της 37άχρονης Ανθής Λινάρδου, Αναστάσιος Τσιουχάρας.

Δεν έδειχνε να έχει ταραχθεί από το έγκλημα που λίγες ημέρες νωρίτερα είχε διαπράξει. Περιέγραψε με λεπτομέρεις όσα προηγήθηκαν και όσα ακολούθησαν τη δολοφονία της νεαρής μητέρας. «Όταν σιγουρεύτηκα ότι κανείς δεν είχε ξυπνήσει, την τύλιξα σε μία κουβέρτα. Την πήρα στην πλάτη και την μετέφερα στο υπόγειο γκαράζ όπου ήταν το φορτηγάκι. Θυμήθηκα ότι μέσα είχα ένα φτυάρι, όπως και ότι τις προηγούμενες ημέρες είχα βγάλει έναν μεγάλο βράχο από το χωράφι και είχε παραμείνει η τρύπα στο έδαφος. Την έβαλα μέσα και πήγα στο χωράφι, χωρίς να περάσω από το κέντρο του χωριιού, γιατί φοβήθηκα μήπως με δει καποιος χωριανός. Την τοποθέτησα στο λάκο και την έθαψα πρόχειρα με το φτυάρι. Μετά από μερικές ώρες τα ξημερώματα της Κυριακής πήγα πάλι στο χωράφι και πέρασα με φρέζα το συγκεκριμένο κομμάτι για να μην καταλάβει κανένας τίποτα».

Σύμφωνα με τα ευρήματα της νεκροτομής, ο θάνατος της 37άχρονης οφείλεται σε «πνιγμονή συνεπεία απόφραξης των αναπνευστικών οδών», ενω έφερε θλαστικό τραύμα στο πίσω μέρος του κρανίου, το οποίο προηγήθηκε του πνιγμού, ενώ η 37άχρονη Ανθή Λινάρδου δέχθηκε χτυπήματα απο το σύζυγό της, και στη συνέχεια την έπνιξε.
Ωστόσο καταγράφεται, εντοπίστηκαν εκχυμώσεις στον πρόσωπο και στα μάτια, και στη συνέχεια τη στραγγάλισε με τα χέρια του γύρω από τον λαιμό της συζύγου του, αποφράσσοντάς της το στόμα, έως ότου σταμάτησε να αναπνέει.

Ωστόσο ο συνήγορος υπεράσπισης της οικογένειας Λινάρδου, εγείρει ενστάσεις ως προς τους ισχυρισμούς του δράστης για τον τρόπο που δολοφόνησε της συζηγό τους, καθώς όπως διατυπώνεται, ο θάνατος της 37άχρονης επήλθε από ασφυξία και όχι απο στραγγαλισμό.

Η 37άχρονη με καταγωγή από τον Πειραιά, γνώρισε το σύζυγο και δολοφόνο της ενώ σπούδαζε στα ΤΕΙ Κοζάνης. Όπως έχουν καταθέσει οι γονείς της 37άχρονης, το ζευγάρι είχε ταξιδέψει στην Αθήνα για τις γιορτές. Οι καβγάδες τους κατέθεσαν, ήταν συνεχείς και πολύ έντονοι. Μόλις επέστρεψαν στην Κοζάνη, ο 40άχρονος, μετακίνησε έναν βράχο από το χωράφι του, όπως ανέφερε και ο ίδιος στην απολογία του, με την οικογένεια του θύματος να εκτιμά ότι η δολοφονία της 37άχρονης Ανθής, ήταν προσχεδιασμένη ενέργεια και όχι παρόρμιση της στιγμής έντασης σε καβγά. Ο σύζυγος της Ανθής ωστόσο, από την πρώτη στιγμή στις δημόσιες δηλώσεις του εμφανιζε μια γαλήνια οικογενειακή ζωή, ενώ περιεργαφε την ημέρα της “εξαφάνισης” της, ως γεγονός που τον αιφνιδίασε.

«Η σύζυγός μου από το απόγευμα του Σαββάτου έδειχνε ότι κάτι την απασχολούσε, ήταν καταβεβλημένη και η αιτιολογία ήταν ότι είχαν μαλώσει τα παιδιά. Γύρω στις 21:30 το βράδυ του Σαββάτου μου είπε ότι θα βγει και γύρω στις 10 παρά βγήκε για ποτό όπως μου είπε. Εγώ είχα αποκοιμηθεί, δεν την είδα να βγαίνει. Κατά τις 23:00 το βράδυ, ξύπνησα και είδα ότι δεν επέστρεψε, αλλά δεν ανησύχησα, γιατί είχε περάσει μόνο μία ώρα. Το πρωί διαπίστωσα ότι δεν είχε επιστρέψει, άρχισα να ανησυχώ και κάλεσα την Αστυνομία. Δεν πήρε μαζί της προσωπικά αντικείμενα, χρήματα, κινητό, ούτε και ρούχα. Είχε κάταγμα στο πόδι, είχε βγάλει την Παρασκευή τον γύψο και ήταν με τον νάρθηκα. Βέβαια, έβγαλε και τον νάρθηκα, παρόλο που ο γιατρός της είπε να μην τον βγάλει μέχρι την Τετάρτη και περπατούσε με πατερίτσες».

Το μεσημέρι της Τετάτρης (13/01) κι ενώ οι αναζητήσεις ήταν σε εξέλιξη για την 37άχρονη – αγνοούμενη, μέχρι τότε γυναίκα- διασώστες προσέγγισαν το χωράφι του συζυγου της  και διέκριναν το φρασκοσκαμένο χώμα. Με σιδηρόβεργες Αστυνομικοί και Πυροσβέστες, εντόπισαν στο ένα μέτρο βάθος, εντοπίσθηκε ενταφιασμένο το πτώμα της 37άχρονης γυναίκας και ακολούθησε εκταφή και η μεταφορά στο Νοσοκομείο για τη διενέργεια νεκροψίας νεκροτομής.

Όπως δήλωσε ο Αστυνομικός Διευθυντής Κοζάνης, Γιάννης Βακουφτσής, η 37χρονη ήταν θαμμένη με τον νάρθηκα στο πόδι, τον οποίο έφερε λόγω τραυματισμού. Αμυχές στο πρόσωπο του 40άχρονου κατ ομολογίαν δράστη, και οι αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσε, τον έθεσαν σε κύκλο υπόπτων, για τους Αστυνομικούς που χειρίστηκαν την υπόθεση.

«Τον ρωτήσαμε γαι τις αμυχές και μας είπε ότι είναι από κλάδεμα ροδακινιάς. Το δέντρο αυτό, δεν έχει αγκάθια κι αποκλείεται να είχε αυτά τα σημάδια» τόνισε ο Αστυνομικός διευθυντής.

Σύμφωνα με Αστυνομικές πηγές, ο 40άχρονος Τάσος Τσιουχάρας, δε φέρεται να είχε προσχεδιάσει τη δολοφονία της συζύγου του, ενώ δεν προκύπτει να είχε συνεργούς στο έγκλημα που διέπραξε. Ωστόσο με την κατηγορία της παράνομης οπλοκατοχής, κρατείται ο πατέρας του 40άχρονου χωρίς να προκύπτει εμπλοκή τους, στο έγκλημα που διέπραξε ο γιος του.

Εν τω μεταξύ προθεσμία για να απολογηθεί, ζήτησε και έλαβε ο συζυγοκτόνος, για το Σάββατο (16/01).