Έγκλημα Γλυκά Νερά: «Αγκάλιασα τη γυναίκα μου και την κόρη μας κλαίγοντας και ο αστυνομικός μου είπε “έχει φύγει”»

Μέσα από τις αναφορές στις καταθέσεις του για όσα έζησε η οικογένειά του, μέχρι την απελευθέρωσή του και την τραγική αναγγελία του θανάτου της δολοφονημένης συζύγου του Caroline, οι ερευνητές της Ασφάλειας αναζητούν στοιχεία για να ταυτοποιήσουν τους δράστες

 Σημεία από τις καταθέσεις του 32χρονου πιλότου Μπάμπη Αναγνωστόπουλου, στους ερευνητές της Ασφάλειας που χειρίζονται την υπόθεση δολοφονίας (11/05) της 20χρονης Caroline μέσα στη μεζονέτα της οικογένειας, στα Γλυκά Νερά, παρουσίασε,  έφερε στη δημοσιότητα ο Alpha.

«Όταν σηκώθηκα είδα τη γυναίκα μου μπρούμυτα στο κρεβάτι, ακίνητη. Τα χέρια της ήταν δεμένα πίσω από την πλάτη της με κάποιο ρούχο και η κόρη μας ήταν δίπλα ξύπνια, αλλά δεν έκλαιγε. Αγκάλιασα τη γυναίκα μου και την κόρη μας κλαίγοντας και τότε ο αστυνομικός μου είπε “έχει φύγει, προσπάθησε να ηρεμήσεις”. Εννοώντας πως είναι νεκρή. Ήμουν σοκαρισμένος, πήρα την κόρη μου αγκαλιά και κατέβηκα κάτω», αναφέρει στην κατάθεσή του, ο σύζυγος της Caroline για τη στιγμή που ενημερώνεται για το θάνατό της.

«Στο σαλόνι υπάρχουν €10.000, μην μας πειράξεις σε παρακαλώ»

Όπως ανέφερε ο 32χρονος πιλότος, «πρέπει να μας πήρε ο ύπνος μεταξύ 01:15 με 01:30. Εγώ ξύπνησα όταν άκουσα το τρίξιμο από το πόμολο της πόρτας. Δεν κατάλαβα τι ώρα ήταν ακριβώς. Όταν άνοιξα τα μάτια μου, είδα να μπαίνουν στο δωμάτιο τρεις άνδρες. Με πλησίασε αυτός με το πιστόλι και πριν μου πει οτιδήποτε, του είπα: “Στο σαλόνι υπάρχουν 10.000 ευρώ μετρητά. Σε παρακαλώ μην μας πειράξεις”». Τότε ο 32χρονος σκούντηξε την Caroline να ξυπνήσει. Μόλις είδε τους ληστές, άρχισε να ουρλιάζει. Τότε ο δεύτερος δράστης με το ασημένιο πιστόλι κατευθύνθηκε προς την 20χρονη. «Ο κοντός πήγε πάνω στη γυναίκα του, τη γύρισε μπρούμυτα με μια απότομη λαβή και της γύρισε το κεφάλι προς το στρώμα ή το μαξιλάρι. Μόλις πήγα να αντιδράσω, μου κόλλησε το πιστόλι στη δεξιά πλευρά του λαιμού του, ρίχνοντάς με στη συνέχεια στο πάτωμα», ανέφερε ο 32χρονος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος στους Αστυνομικούς .

Η περιγραφή του «κοντού» δολοφόνου

Οι δράστες μιλούσαν ελληνικά, ωστόσο πριν αποχωρήσουν ανέφεραν κάτι σε γλώσσα παρέπεμπε σε βουλγάρικα ή αλβανικά. «Επειδή μου είχαν δέσει το στόμα, κάποια στιγμή έχασα τις αισθήσεις μου τελείως. Όταν ξύπνησα δεν άκουγα τίποτα. Δεν ήξερα πόση ώρα είχε περάσει, δεν μπορούσα να καταλάβω αν είχε ξημερώσει ή όχι».

Τον πιο κοντό από τους δράστες, τον είδε κατά πρόσωπο όταν έπεσε η λαιμουδιέρα που φορούσε και κάλυπτε τα χαρακτηριστικά του, «Έχει σαρκώδη χείλη και έντονη μύτη, στρογγυλό και αξύριστο, ανοιχτόχρωμο πρόσωπο (όχι όπως το δικό μου που είμαι ξανθός) και έντονα μάτια. Κατάλαβα ότι είναι άνω των 35 ετών. Ήταν περίπου 1,70μ. και ψωμωμένος, δηλαδή γυμναζόταν και έχει πλάτες».