Σαν Σήμερα: Η κλοπή με υπόγεια σήραγγα από την Τράπεζα Εργασίας το 1992

Χαρακτηρίστηκε από τον τύπο της εποχής, «το ριφιφί του αιώνα», η μεγάλη κλοπή στην Τράπεζα Εργασίας το 1992, με τους υπαλλήλους του χρηματοπιστωτικού καταστήματος να  εντοπίζουν τις 301 από τις συνολικά 1151 θυρίδες, άδειες

Δευτέρα, 21 Δεκεμβρίου 1992, ώρα 07.00 το πρωί. Οι υπάλληλοι του υποκαταστήματος της Τράπεζας Εργασίας (σήμερα στεγάζεται η Eurobank) στην οδό Καλλιρόης 19 στο Νέο Κόσμο, προσέρχονται στην εργασία τους μετά το Σαββατοκύριακο (19-20/12 1992). Στο υπόγειο, μία τρύπα που οδηγεί σε σήραγγα και 301 από τις συνολικά 1151 θυρίδες, άδειες .

Όπως θα προκύψει κατά την έρευνα της Ασφάλειας Αττικής, οι δράστες είχαν σκάψει τούνελ περίπου 25 μέτρων κάτω από την οδό Καλλιρόης, εκμεταλλευόμενοι την κοίτη του ποταμού Ιλισσού και δημιουργούν υπόγεια σήραγγα, σκάβοντας για περισσότερες από δέκα ημέρες- όπως εκτίμησαν τότε οι Αρχές. Ακολούθησαν όλους τους κανόνες στατικής και ασφάλειας, έλυσαν το πρόβλημα του εξαερισμού και με υποστυλώματα κρατούσαν το έδαφος χωρίς να υποχωρήσει και είχαν εγκαταστήσει ράγες πάνω στις οποίες κινούσαν ένα μικρό βαγονέτο με το οποίο έβαζαν τα μπάζα από την εκσκαφή και τα μετέφεραν έξω απ’ το τούνελ. Μετά την αποκάλυψη της διάρρηξης, θα υπάρξουν αναφορές για περίεργους ήχους που άκουγαν οι κάτοικοι της περιοχής. Μαρτυρίες ανέφεραν την παρουσία ανδρών με διακριτικά στην ένδυση ως υπάλληλοι της ΕΥΔΑΠ, οι οποίοι δεν κίνησαν υποψίες, οι οποίοι ενημέρωναν τους κατοίκους για βλάβη στην «αποχέτευση» την οποία υποτίθεται επισκεύαζαν, και αποδείχθηκε η είσοδος του τούνελ.

Όταν ολοκλήρωσαν το σκάψιμο, βρέθηκαν μπροστά σε τοίχο από ατσάλι πάχους σχεδόν πέντε εκατοστών, κατάφεραν να τον διαρρήξουν και να εισήλθουν στο υπόγειο, χρησιμοποιώντας ένα επαγγελματικό σετ οξυγονοκόλλησης.Τα μόνα ευρήματα που άφησαν πίσω τους, ήταν η ηλεκτρογεννήτρια, το βαγονέτο, εργαλεία και ένας χάρτης της περιοχής. και κανέναν από τα πειστήρια δε θα μπορούσε να οδηγήσει σε συλλήψεις.

Το Σαββατοκύριακο της 19ης προς 20ης Δεκεμβρίου 1992 χτύπησε ο συναγερμός τέσσερις φορές, αλλά καθώς δεν υπήρχε ένδειξη παραβίασης της κεντρικής εισόδου, ο διευθυντής της τράπεζας και ο υπεύθυνος ασφαλείας θεώρησαν ότι ο συναγερμός είχε βλάβη, και δεν έδειξαν ανησυχία ενώ δεν εντοπίσθηκε ύποπτη κινητικότητα στο ισόγειο της τράπεζας. Τα μόνα ευρήματα που άφησαν πίσω τους, ήταν μία ηλεκτρογεννήτρια, το μικρό βαγόνι, μερικά εργαλεία και έναν χάρτη της περιοχής.

Κατά την καταμέτρηση σε αυτοψία στο χώρο, διαπιστώθηκε παραβίαση στο θωρακισμένο θησαυροφυλάκιο με τις 1.151θυρίδες πελατών του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, από τις οποίες είχαν παραβιαστεί οι 301 κατά στοχευμένη επιλογή, και είχε κλαπεί με το πολύτιμο περιεχόμενό τους. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, η αξία των κλοπιμαίων [χρήματα, ράβδους χρυσού και κοσμήματα] ξεπερνούσαν τα 5 δισεκατομμύρια δραχμές (σσ . περίπου €15 εκατομμύρια).

Μετά από 22ημέρες, στις 12 Ιανουαρίου του 1993 εντοπίσθηκαν τυχαία σε παραλία της Βραυρώνας, ομόλογα και επιταγές που προέρχονταν από τις θυρίδες στο υποκατάστημα της τράπεζας Εργασίας, χωρίς να οδηγήσουν στους δράστες της διάρρηξης. Ο -τότε- Αρχηγός ΕΛ.ΑΣ., Αντιστράτηγος Στέφανος Μακρής, θα δηλώσει στις κάμερες, «Βρέθηκαν επιπλέοντα της θαλάσσης, κουτιά που είχανε μέσα διάφορα αντικείμενα, πιθανώς κοσμήματα, βρέθηκαν διάφορες σακούλες, γραμμάτια και συναλλαγματικές. Γίνονται στον ίδιο χώρο και έρευνες περεταίρω για ανεύρεση τυχόν και άλλων αντικειμένων ή εντοπισμό του σκάφους».

Σχεδόν δύο χρόνια από το ριφιφί, τον Ιούλιο του 1994, ο Παλαιστίνιος Τζουμάχ Χαλίντ, είναι προφυλακισμένος στον Κορυδαλλό. Διατηρούσε λογαριασμό στην τράπεζα Εργασίας και μετά την απολογία του κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος για απάτη σε βάρος του χρηματοπιστωτικού καταστήματος. Σε δήλωσή του σε κάμερα τηλεοπτικού συνεργείου, κατά τη μεταγωγή του με κλούβα της ΕΛΑΣ, θα ισχυριστεί ότι γνωρίζει τους δράστες της ληστείας, και ο ίδιος συμμετείχε στο ριφιφί του 1992 «κρατώντας τσίλιες» . Υποστηρίζει επίσης ότι είχε αναλάβει να σχεδιάσει τα υποστυλώματα που χρησιμοποιήθηκαν στο τούνελ, έναντι 30 εκ. δραχμών, από τα οποία έλαβε τα τρία εκατομμύρια και αποφάσισε όπως ανέφερε να μιλήσει.

Υπέδειξε ως συνεργούς του, τον υποδιευθυντή του υποκαταστήματος, Αναγνώστη Καλαφάτη, τον υπάλληλο των ΕΛΤΑ, Λάμπρο Κότσαλο και τους επιχειρηματίες, Στέλιο Κολοβό, Διονύσιο Παπασταματάτο και Εμμανουήλ Σπανουδάκη και τον υπάλληλο των ΕΛΤΑ Λάμπρο Κότσαλο. Συνολικά κατονόμασε 17 άτομα. Ο Καλαφάτης και ο Παπασταματάτος προφυλακίστηκαν, ο Κότσαλος αφέθηκε προσωρινά ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, ενώ οι άλλοι δύο δεν προσήλθαν να απολογηθούν.

Με τις θεωρίες να διακινούνται ευρέως αποδίδοντας τους του ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς στην «κλοπή του αιώνα», από το κοινό ποινικό μέχρι τους ένοπλους αντάρτες πόλης με αναφορά στον “ΕΛΑ” και μέλη της Ιταλικής μαφίας, χωρίς ποτέ να αποδειχτεί το οτιδήποτε. Η Τράπεζα Εργασίας, επικήρυξε με 200 εκατομμύρια δραχμές τους ληστές, χωρίς να έχουν προκύψει πληροφορίες που θα οδηγούσαν στους δράστες.

Μέχρι σήμερα η υπόθεση, παραμένει ανεξιχνίαστη.