Σαν Σήμερα: Η εσφαλμένη εκτίμηση για τη χειροβομβίδα του κακοποιού Σορίν Ματέι, η ομηρεία και ο θάνατος της Αμαλίας Γκινάκη

Η ομηρία σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση και τα λάθη της αστυνομίας που εκτίμησε ότι η χειροβομβίδα του ήταν ψεύτικη, συνετέλεσαν στο θάνατο της Αμαλίας Γκινάκη

Στις 23 Σεπτεμβρίου του 1998, με τη ιδιωτική τηλεόραση να έχει ξεκινήσει τη λειτουργία της,  η ομηρία απο Ρουμάνο δραπέτη  φυλακών και λάθη στον επιχειρησιακό σχεδιασμό της ΕΛ.ΑΣ, προκάλεσαν το θάνατο της, τότε 25χρονης Αμαλίας Γκινάκη μέσα στο διαμέρισμα της οικογένειας στα Κάτω Πατήσια.

Ο καταζητούμενος 27χρονος Ρουμάνος εγκληματίας, Σορίν Ματέι, με το προσωνυμία «Πεταλούδας» καταδικασμένος για κλοπές, ληστείες και άλλα εγκλήματα, ήταν δραπέτης φυλακών.

Στις 08 Σεπτεμβρίου 1998, 15 ημέρες -πριν από την εισβολή του στο διαμέρισμα της οδού Νιόβης-, είχε καταφέρει να διαφύγει για 6η φορά από την αστυνομία κρατώντας όμηρο τον Αστυνομικό Θανάση Κρυσταλογιάννη, όταν τον εντόπισαν στη Χαλκίδα. Ο Ρουμάνος κακοποιός επιβίβαση τον όμηρο αστυνομικό σε όχημα με την απειλή χειροβομβίδας και κινήθηκε προς την Αττική. Στον Πειραιά, ο Ρουμάνος ποινικός απελευθέρωσε τον Αστυνομικό Θανάση Κρυσταλογιάννη, και διέφυγε με ΤΑΧΙ. Ο Σορίν Ματέι έπρεπε να συλληφθεί, για την «τιμή της αστυνομίας».

Οι Αστυνομικοί της Ασφάλειας Αττικής είχαν εντοπίσει τον καταζητούμενο σε ένα υπόγειο διαμέρισμα της οδού Νιόβης 4, όπου διέμενε με φίλη του. Τοξικοεξαρτημένοι και οι δύο, έκαναν χρήση ναρκωτικών μέσα στο διαμέρισμα.

Το απόγευμα της 23ης Σεπτεμβρίου, με ενημέρωση του -τοτε- Αρχηγού της ΕΛΑΣ,  Αντιστράτηγου Αθανάσιου Βασιλακόπουλου, και του – τότε- Υπουργού Δημόσιας Τάξης, Γιώργου Ρωμαίου, ο οποίος βρισκόταν στο εξωτερικό, αποφασίστηκε η επικείμενη έφοδο. Με εντολής του επόπτη Εισαγγελέα Ιωάννη Σακκάς, για μη χρήση πυρών από τους Αστυνομικούς προχώρησαν σε έφοδο.

Κλιμάκιο των ειδικών δυνάμεων της ΕΚΑΜ, εισέβαλλαν (λίγο πριν τις 19.00-23/09) στο υπόγειο διαμέρισμα της φίλης του Ματέι. Ο Ρουμάνος κακοποιός βρισκόταν ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι καθώς είχε προηγουμένως κάνει χρήση ηρωίνης. Οι αστυνομικοί έριξα βομβίδα κρότου- λάμψης και χτύπησαν τον κακοποιό με τη λαβή όπλου στο κεφάλι. Ο Σορίν Ματέι δραπετεύει από το φωταγωγό βγαίνοντας από το παράθυρο της τουαλέτας όπου είχε καταφύγει ενώ πήρε μαζί του χειροβομβίδα που είχε τοποθετημένη στο κομοδίνο της κρεβαροκάμαρας.

Από την υδροροή, ανέβηκε προς τους επάνω ορόφους και από το παράθυρο του φωταγωγού εισέβαλε στο διαμέρισμα της οικογένειας Γκινάκη, στον πρώτο όροφο. Μέσα στο διαμέρισμα, βρίσκονταν η 58χρονη μητέρα Σουλτάνα Γκινάκη, ο 24χρονος γιος της Βαγγέλης, η 25χρονη κόρη της Αμαλία και ο αρραβωνιαστικός της, Αποστόλης Μακρινός, 34 με τον οποίο σε έξι μήνες είχαν προγραμματίσει το γάμο τους.

Ο Ρουμάνος κακοποιός, εθεσε σε κατάσταση ομηρίας τα τέσσερα μέλη της οικογένειας που βρίσκονταν στο διαμέρισμα. Αιφνιδιασμένοι, ακολούθησαν τις εντολές του Ρουμάνου κακοποιού, με τη Σουλτάνα Γκινάκη να διατηρεί την ψυχραιμία  της, στη θέα της χειροβομβίδας στα χέρια του Ρουμάνου Σορίν Ματέι,  ο οποίος τους είχε διαβεβαιώσει ότι δεν είχε σκοπό να τους κάνει κακό.

Η 58χρονη Σουλτάνα Γκινάκη φρόντισε το τραύμα του κακοποιού, ο οποίος στη συνέχεια, με κορδόνια παπουτσιών, έδεσε τους καρπούς της κορης της Αμαλίας, με τον αρραβωνιαστικό της στο ένα χέρι και στο δικό του χέρι από την άλλη πλευρά.

Ο Ρουμάνος κακοποιός, λίγα λεπτά αργότερα τηλεφώνησε στον (τότε) τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ, του οποίου διευθυντής ειδήσεων ήταν ο Σταμάτης Μαλέλης και απαίτησε να μιλήσει στον τηλεοπτικό αέρα. Παρουσιαστής ειδήσεων του καναλιού, ο νεαρός – τότε – Νίκος Ευαγγελάτος προχώρησε σε μια τηλεοπτική συνομιλία, με μετάδοση σε απευθείας σύνδεση.

Χωρίς καμία επικοινωνία με τις Εισαγγελικές Αρχές ο Σταμάτης Μαλέλης αποφάσισε να υλοποιήσει το αίτημα του κακοποιού. Ο παρουσιαστής, Νίκος Ευαγγελάτος, μεταδίδοντας ζωντανά την ομηρία, σε μια συζήτηση με το Ρουμάνο κακοποιό για μια ώρα, σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση με τον Νίκο Ευαγγελάτο.

Παρά την απευθείας μετάδοση, ούτε η ΕΛ.ΑΣ, ούτε το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, ζήτησαν να διακοπεί η μετάδοση

«Την προηγούμενη φορά σεβαστήκανε τη ζωή του αστυνομικού και με άφησαν να φύγω. Τώρα κρατάω τέσσερις ανθρώπους (..) Μη φοβάστε, κακό δε θα κάνω σε κανέναν. Να διαπραγματευτώ θέλω και να με αφήσουν να φύγω», δήλωνε μεταξύ άλλων ο Ρουμάνος ποινικός ο οποίος αξίωνε 500.000 δραχμές (περίπου €1500), για τα έξοδά του.

Με εντολή του τότε Πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, μετέβη στη οδό Νιόβης ο -τότε- Διοικητής της Ασφάλειας Αττικης Θεόδωρος Παπαφίλης, ο οποίος ανέλαβε τις επιτόπιες διαπραγματεύσεις, με το πανελλήνιο να παρακολουθεί σε απευθείας σύνδεση από τον Τ/Σ ΣΚΑΙ τα γεγονότα όπως τα παρέθετε στο Νίκο Ευαγγελάτο, ο Σορίν Ματέι.

Ο Ρουμάνος κακοποιός ζητήσει από τους αστυνομικούς, που είχαν αποκλείσει το δρόμο κάτω από το διαμέρισμα, να του στείλουν αμφεταμίνες για να καταφέρει να συνέλθει από την ηρωίνη. Ωστοσο αποφασίστηκε να τους στείλουν ένα κουτί με υπνωτικά χάπια, με τον Ματέι να αντιλαμβάνεται την κίνηση και έξαλλος διέκοψε την επικοινωνία μαζί τους.

Ο Ρουμάνος είχε απασφαλίσει τη χειροβομβίδα και απειλούσε να την αφήσει από το χέρι του

«Μια λάμψη θα δείτε μόνο και τίποτα άλλο», έλεγε ο Σορίν Ματέι σε έξαρση όταν μίλαγε στον τηλεοπτικό αέρα ενώ στο κοντρόλ του ΣΚΑΙ δίπλα στον Σταμάτη Μαλέλη είχε μεταβεί ο -τότε -Υπαρχηγός της αστυνομίας Θεόδωρος Πλάκας, ο οποίος κατεύθυνε τις διαπραγματεύσεις, με ενδιάμεσο τον τηλεοπτικό παρουσιαστή.

Ο Νίκος Ευαγγελάτος κατάφερνε να κρατάει ήρεμο τον Σοριν Ματέι, ενώ τον έπεισε να απελευθερώσει το γιο της οικογένειας Γκινάκη, ο οποίος  αντιμετώπιζε μαθησιακές δυσκολίες. Με τη δημόσια συζήτηση να μην έχει καταλήξει,  ο τότε Αρχηγός της ΕΛ. ΑΣ, Αντιστράτηγος Αθανάσιος Βασιλόπουλος, εκτίμησε (εσφαλμένα όπως αποδείχθηκε) ότι η χειροβομβίδα ήταν ρέπλικα.

Περίπου στις 21.00 το βράδυ (23/09) μετέβη συνοδευόμενος απο τον Υπασπιστή του, στη πολυκατοικία της οδού Νιόβης 4, στα Κάτω Πατήσια και ο -τότε – Αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ Αθανάσιος Βασιλόπουλος. Αφού ανέκρινε τη φίλη του Ματέι, Παναγιώτα Αθανασοπούλου,  η οποία είχε συλληφθεί και βρισκόταν επίσης υπό την επήρεια  ουσιών, ώστε να αποφανθεί αν η χειροβομβίδα ήταν χρηστική, έδωσε εντολή να προχωρήσει η ΕΚΑΜ σε έφοδο, καθώς έκρινε (λανθασμένα απόλυτα) ότι η χειροβομβίδα ήταν ρεπλικα. Σύμφωνα με τον Σταμάτη Μαλέλη, ο Γιάννης Πλάκας που βρισκόταν δίπλα του, του ψιθύρισε πως η απόφαση αυτή δεν ήταν σωστή και πως η εκτίμηση για τη ρέπλικα χειροβομβίδα ήταν εσφαλμένη. Όπως και αποδείχτηκε .

Με εντολή του ιδίου του τότε Αρχηγού της ΕΛΑΣ Αθανάσιου Βασιλόπουλου, απομάκρυνε τα τηλεοπτικά συνεργεία από το σημείο, διέταξε να διακοπεί η απευθείας σύνδεση του ΣΚΑΙ και άρχισε να οργανώνει την επιχείρηση.

Κατά τηνς έφοδο των Αστυνομικών στην πολυκατοικία, ο Σορίν Ματέι όπως είχε υποσχεθεί νωρίτερα στον Νίκο Ευαγγελάτο, είχε απελευθερώσει τη Σουλτάνα Γκινάκη. Στο διαμέρισμα βρισκόταν δεμένος με την κόρη της οικογένειας Αμαλία Γκινάκη και τον αρραβωνιαστικό της, Αποστόλη Μακρινό. Παρουσία και του τότε Αρχηγού της Αστυνομίας, η ΕΚΑΜ εισέβαλε στο διαμέρισμα, με τους αστυνομικούς να τραβούν με δύναμη τον Απόστολο Μακρινό, κόβοντας το κορδόνι απελευθερώνοντας τον με τον Σορίν Ματέι να αρπάζει την 25χρονη Αμαλία Γκινάκη η οποία άρχισε να φωνάζει πανικόβλητη «Μη»!

Ο Νίκος Ευαγγελάτος βρισκόταν ξανά στον τηλεοπτικό αέρα και όσα διαδραματίζονταν στο διαμέρισμα, ακούγονται από το ανοιχτό τηλέφωνο, μέχρι τον εκκωφαντικό κρότο της μοιραίας έκρηξης.

Φέρεται κατά μία εκδοχή ο Σοριν Ματέι να είχε τοποθετήσει την χειροβομβίδα στο παντελόνι της κοπέλας και στη συνέχεια την έσπρωξε προς του αστυνομικούς με αποτέλεσμα να εκραγεί.

Ενώ σε μια δεύτερη εκδοχή, όπως ανέφεραν οι συγγενείς της Αμαλίας Γκινάκη, η χειροβομβίδα έσκασε ακριβώς πίσω από τα πόδια της 25χρονης και ακρωτηριάστηκε, οι αστυνομικοί προέτρεψαν τον κακοποιό να απορρίψει τη χειροβομβίδα στο έδαφος η οποία εξερράγη με την Αμαλία Γκινάκη, νεκρή.

Ο Αντιστράτηγος Ιωάννης Γεωργακόπουλος παρών κατά την έφοδο, αρνήθηκε ότι ήταν μεταξυ των Αστυνομικών που φώναξε στο Σοριν Ματέι να πετάξει τη χειροβομβίδα.

Από τα θραύσματα τραυματίστηκαν ο τότε Αρχηγός της αστυνομίας, υπέστη ελαφρά τραύματα στο πρόσωπο και ρήξη αριστερού τυμπάνου, ο τοτε υπαρχηγός, Ιωάννης Γεωργακόπουλος, έφερε σοβαρά τραύματα στο αριστερό μάτι, ο τοτε Διοικητής του Τμήματος της περιοχής, Βασίλειος Τσιατούρας, ο αστυνομικός της Ασφάλειας Γιώργος Mαρκόπουλος, και ο οδηγός του τοτε Αρχηγού της αστυνομίας, Γιώργος Παλιούρας, ο οποίος ακρωτηριάστηκε.

Ακολούθησε χάος, καθώς η οδός Νιόβης ήταν γεμάτη από κόσμο και αυτοκίνητα καθώς δεν είχε δοθεί εντολή για εκκένωση της οδού. Τα ασθενοφόρα δεν μπορούσαν να φτάσουν ενώ πολίτες επιχειρούσαν να μετακινήσουν τα οχήματα που εμπόδιζαν, ακόμα και με τα χέρια τους. Η μεταφορά των τραυματιών ολοκληρώθηκε σχεδόν μια ώρα καθυστέρηση.

Η Αμαλία Γκινάκη μεταφέρθηκε διαμελισμένη στον Ερυθρό Σταυρό, οι αστυνομικοί στα Στρατιωτικά Νοσοκομεία και ο Σοριν Ματέι αρχικά στον Ερυθρό Σταυρό και στη συνέχεια στο θάλαμο κρατουμένων στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας. Οι γιατροί προσπάθησαν να κρατήσουν στη ζωή την Αμαλία Γκινάκη, η οπια κατέληξε μετά από 17 ημέρες νοσηλείας.

Ο 27χρονος Σορίν Ματέι παρέμενε σε καταστολή για δυο ημέρες στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας. Στη συνέχεια μετά από γνωμοδότηση του διευθυντή της χειρουργικής κλινικής, που έκρινε ότι ο ασθενής δεν διέτρεχε κίνδυνο, μεταφέρθηκε δεμένος στο Νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού. Σύμφωνα με τον εκεί γιατρό υπηρεσίας Ιωάννη Κούτρα, η ποσότητα του κατασταλτικού φαρμάκου που είχε χορηγηθεί στο Ρουμάνο ήταν «για ελέφαντες», ενώ η ύπτια στάση ταυτόχρονα με το δέσιμο, ήταν λάθος.  Λόγω των αντιδράσεων που προκλήθηκαν για την περίθαλψη του Σορίν Ματέι,  ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης, Ευάγγελος Γιαννόπουλος, διέταξε ένορκη διοικητική εξέταση.

Ο Σορίν Ματέι κατέληξε το βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου στο κρεβάτι του Νοσοκομείου των ΦυλακώνΚορυδαλλού. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή Μάριο Μητσάκη, ο θάνατος του κακοποιού επήλθε από εισρόφηση γαστρικού υγρού, σε συνδυασμό με την παρατεταμένη καταστολή.

Σε συνέντευξή του,  ο τότε Αρχιφύλακας του Κορυδαλλού,  Αντώνης Αραβαντινός, ίσως ήταν από τούς ελάχιστους που γνώριζε τόσο καλά το Σορίν Ματέι, είχε αναφέρει, «Έφτασα μέχρι τη Νιόβης για να σώσω μια ζωή. Αν με άφηναν να μπω, η Γκινάκη θα ζούσε, εγώ αυτό ξέρω. Αυτοί είπαν ότι θα τον τελειώσουν οι ίδιοι “για την τιμή της αστυνομίας”. Με ρωτούσαν αν είναι αληθινή ή ψεύτικη η χειροβομβίδα, ενώ την είχαν δει οι ίδιοι. Εγώ ήξερα το χαρακτήρα του ανδρός. Ωραίος τύπος ήταν ο Ματέι, αλλά ‘έπινε’ ο μαύρος. Ήρθε από τη Ρουμανία, έχασε τον έλεγχο, μπήκε φυλακή, έγινε πρεζάκιας. Είσαι πρεζάκιας στη φυλακή; Είσαι τα πάντα. Δεν είσαι ο εαυτός σου, πίνεις ό,τι πίνεις και νομίζεις ότι είσαι ο Δίας και πετάς κεραυνούς. Είχα κάνει συμφωνία για τον Ματέι, δεν θα τους τον παρέδιδα εκεί. Θα τον πήγαινα στον Κορυδαλλό και θα τον ανέκριναν εκεί, γι’ αυτό και δε με άφησαν να μπω στο σπίτι.
Θα του έλεγα, “Σορίν, έλα βρε μαλάκα, σε ξέρω από μικρό παιδί, σε έλεγα πρόεδρο των κρατουμένων. Έλα να κάνουμε ένα τσιγαράκι και πάμε”. Θα τον έπαιρνα. Ούτως ή άλλως περνούσε η επήρεια των ναρκωτικών και είχα μαζί μου κι έναν κρατούμενο που ήταν δικός του. Θα αφήναμε τη γυναίκα στην άκρη και θα τελείωναν όλα.
Ασχημόνησαν οι αστυνομικοί στον Ματέι και έκανε έγκλημα ο Γιαννόπουλος που τον έφερε στις φυλακές για να κάνει το χατίρι του Ρωμαίου. Του το είπα στο τηλέφωνο. Μας τον έφεραν διασωληνωμένο και τσακισμένο στο ξύλο σε μια νοσηλευτική μονάδα που ακόμη και τα κοψίματα στο χέρι, τα στέλνουμε έξω. Πέθανε από αναρρόφηση. Όπου πήγαινε έτρωγε ξύλο και είχε και τα θραύσματα από τη χειροβομβίδα. Χτυπάς έναν άνθρωπο λιπόθυμο; Θα μου πεις, εδώ συλλαμβάνουν διαδηλωτή και του χρεώνουν αντίσταση κατά της αρχής και χίλια πράματα. Τώρα θα μάθουμε το ιμπέριουμ της εξουσίας»;

Μετά την αποτυχία της επιχείρησης, ο τοτε Αρχηγός της ΕΛΑΣ,  Αντιστράτηγος Αθανάσιος Βασιλακόπουλος, υπέβαλε την παραίτηση του, ενώ ανέλαβε την ευθύνη για το λάθος του και την εσφαλμένη εντολή προς την επιχείρηση ομάδα της ΕΚΑΜ που έδρασαν υπό τις εντολές του. Ο  Ανώτατος Αξιωματικός της ΕΛΑΣ, τέθηκε σε διαθεσιμότητα για ένα χρόνο με την αιτιολόγηση της ακούσιας ανθρωποκτονίας από αμέλεια, κατηγορία την οποία αντιμετώπισαν και οι υπόλοιποι Αξιωματικοί της ΕΛΑΣ που έλαβαν μέρος στην αποτυχημένη επιχείρηση. Ωστόσο, όλοι οι αστυνομικοί απηλλάγησαν τον Μάιο του 2000, από το Τριμελές Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.

Η οικογένεια Γκινάκη άσκησε έφεση, μετά από την οποία παραπέμφθηκε σε δίκη μόνο ο Αθανάσιος Βασιλόπουλος. Το Δικαστήριο επέβαλε στον πρώην Αρχηγό της Αστυνομίας 12μηνη ποινή φυλάκισης, αλλά μετά από έφεση που άσκησε, αθωώθηκε το 2005. Η οικογένεια της Αμαλίας Γκινάκη έλαβα χρηματική αποζημίωση για τη αποτυχημένη επιχείρηση της Αστυνομίας, ωστόσο ακόμα και σήμερα ζητούν την τιμωρία των υπεύθυνων, για το θάνατο της 25χρονης.

Ο τηλεοπτικός σταθμός ΣΚΑΙ, και ο παρουσιαστής Νίκος Ευαγγελάτος επί προσωπικού, δέχτηκαν σφοδρή αρνητική κριτική για την απόφαση της απευθείας μετάδοση της υπόθεσης, ως αντιδεοντολογική. Ο δημοσιογράφος σε συνέντευξή του, ανέφερε πως αν του δινόταν ξανά η ευκαιρία, δεν θα έβγαινε στον αέρα και πως το μόνο που σκέφτεται είναι η ζωή της κοπέλας που χάθηκε.

Το ΕΣΡ επέβαλε πρόστιμο 50.000.000 δραχμών στον Τ/Σ ΣΚΑΙ για την απευθείας μετάδοση και έκτοτε άλλαξε η σχετική νομοθεσία.