..”Το σώμα του Παύλου Μπακογιάννη κείτονταν ήδη στο έδαφος όταν ο 30χρονος αδύνατος άνδρας, που τον είχε πυροβολήσει τέσσερις φορές, τον πλησίασε και του έριξε τη χαριστική βολή, με το «καλό» του χέρι. Το «καλό» χέρι του Δημήτρη Κουφοντίνα “…
Δεν ήταν -σίγουρα όχι- η πρώτη φορά, που ως ακροατής, η Ντόρα Μπακογιάννη, άκουγε λεπτομέρειες για την εκτέλεση του συζύγου της, Παύλου Μπακογιάννη. Ήταν όμως η πρώτη φορά που ο συνομιλητής της, ήταν ο Εισαγγελέας που χειρίστηκε την υπόθεση των δολοφόνων της “17Νοέμβρη”, Ιωάννης Διώτης, με βάση τα ευρήματα και τα Εργαστηριακά αποτελέσματα ταυτοποίησης, τις καταθέσεις των μελών της 17Ν και τα πειστήρια από το χώρο της δολοφονίας.
Σε αυτές τις συζητήσεις- πολλές φορές δεν υπάρχει διάλογος, ακούς μόνο, αλλά σε όλες αυτές τις καταστάσεις, μόνο ένα «γιατί;» προς τους δολοφόνους – το Σάββα Ξηρό και τον Ηρακλή Κωστάρη-, με βασικό αποδέκτη, τον άνθρωπο της «χαριστικής βολής».
Η ελευθερία που δίνει το Δημοκρατικό πολίτευμα, επέτρεψε στον κατάδικο τρομοκράτη Δημήτρη Κουφοντίνα, το “φαρμακοχέρη” της “17Ν” να υπογράψει βιβλίο και να εκφράσει δημόσιο λόγο για τα εγκλήματα της τρομοκρατικής οργάνωσης σε μια απόπειρα ανεύρεσης “κοινωνικού ερείσματος”, όπως ήταν απολύτως φυσικό, προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση των οικογενειών των θυμάτων. Σε κεφάλαιο του βιβλίου, ο Δημήτρης Κουφοντίνας, αναφέρεται στην εκτέλεση του Παύλου Μπακογιάννη.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας, σε μια παρερμηνεία του δικαιώματος που δίνει η Δημοκρατία, στη δική του “νοητική διαδικασία”, στις αρχές του 1989, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη τα οποία συμμετείχαν στην δημιουργία της τρομοκρατικής οργάνωσης 17Ν, καθώς βρέθηκαν να υποστηρίζουν- στη συνέχεια υλοποίησαν τις θέσεις τους με εκτελέσεις- «ότι ήρθε η ώρα να χτυπήσουν το πολιτικό σύστημα». Όπως περιγράφει, «να χτυπήσουν τα δύο κόμματα εξουσίας», ωστόσο απέρριψαν «ιδεολογικά» τη συγκεκριμένη τάση. Ο ίδιος, υποστηρίζει ότι ήταν αντίθετος της λογικής «χτύπημα στην καρδιά του κράτους», ωστόσο κάποιους μήνες αργότερα, δεν δίστασε να συμμετάσχει στη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη, σύμφωνα με την τρομοκρατική τους θεώρηση, του απέδιδαν εμπλοκή στο «σκάνδαλο Κοσκωτά».
Σύμφωνα με τη δικογραφία, ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος ήταν ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη. Φέρεται να “πρότεινε” τις ένοπλες επιθέσεις στους Γ.Πέτσο -8 Μαΐου του 1989, με ενσύρματη βόμβα, σε παγιδευμένο αυτοκίνητο, κατά την προσέγγιση του οχήματος στο οποίο επέβαινε- και Παύλο Μπακογιάννη. Οι υπόλοιποι συμφώνησαν. Φυσικοί αυτουργοί της εκτέλεσης Μπακογιάννη, ήταν οι Δημήτρης Κουφοντίνας και Ηρακλής Κωστάρης. Συνέργεια στην τρομοκρατική δολοφονία, είχε ο Σάββας Ξηρός ο οποίος κατόπτευε απέναντι από την πολυκατοικίας σε υποστήριξη των δύο φυσικών αυτουργών (Κουφοντίνα, Κωστάρη), καθώς επίσης ο Βασίλης Τζωρτζάτος ήταν ο οδηγός του οχήματος διαφυγής των δραστών.
Οι «σύντροφοι» του παρελθόντος, Αλέξανδρος Γιωτόπουλος, και Δημήτρης Κουφοντίνας επιχείρησαν να επικαλύψουν με «ιδεολογικό μανδύα» τις άνανδρες δολοφονίες τους. Στη δομή της «παρακρατικής» σκέψης τους, ο πολιτικός Παύλος Μπακογιάννης αποτελούσε τον διαμεσολαβητή της συγκυβέρνησης Δεξιάς-Αριστεράς, χωρίς να διευκρινίζεται αν υπήρχε απώτερος πολιτικός στόχος, αλληλεπιδράσεων όπως προβλήθηκαν στο πολιτικό σκηνικό της εποχής.
Ο Δημήτηρης Κουφοντίνας, περιγράφει τη δική του εκδοχή της στυγνής δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη. Ήταν 07:55το πρωί, της 26ης Σεπτεμβρίου 1989. «Εκείνο το πρωινό στις 26 Σεπτεμβρίου 1989, από το αυτοκίνητο του Μπακογιάννη κατέβηκε πρώτα η κοπέλα, φορούσε ένα κόκκινο πουλόβερ. Πίσω της, μερικά βήματα, προχωρούσε ο Μπακογιάννης. Ο οδηγός αυτή τη φορά δεν περίμενε καθόλου. Έστριψε βιαστικός με το αυτοκίνητο αριστερά στην Ομήρου. Ο θυρωρός γνώριζε την κοπέλα. Δεν τη σταμάτησε όπως έκανε με όλους όσοι έμπαιναν. Οι δύο της 17Ν (παραλείπει να πεί ότι ήταν ο ίδιος και ο Ηρακλής Κωστάρης), ακολούθησαν ολόκληρο σχέδιο: Ντυμένοι με κουστούμια, κρατώντας ένα μεγάλο φάκελο, μπήκαν στην είσοδο της διπλανής πολυκατοικίας, την ώρα ακριβώς που σταματούσε το αυτοκίνητο του Μπακογιάννη στη γωνία. Την ώρα που έμπαινε βιαστικός ο Μπακογιάννης στην πολυκατοικία του γραφείου, οι δύο τον ακολούθησαν γρήγορα. Η κοπέλα είχε ανοίξει την πόρτα του ασανσέρ στον Μπακογιάννη, του χαμογελούσε. «Ο κ. Μπακογιάννης»; Γύρισε, καταπρόσωπο, ενοχλημένος. Η κοπέλα έμεινε ακίνητη. Ύστερα άφησε την πόρτα του ασανσέρ να κλείσει».
Η ιατροδικαστική έκθεση, ανέφερε ότι ο Παύλος Μπακογιάννης, είχε δεχθεί δύο σφαίρες στην πλάτη και μία δεύτερη- ενώ είχε πέσει στο έδαφος- πλάγια πίσω, την θανατηφόρα, όπως προσδιόρισε η νεκροτομή.
Στη 2η Προκήρυξη ο συντάκτης της «17Ν» ανέγραφε κυνικά, «ο απατεώνας Μπακογιάννης όπως και όλοι οι άλλοι δέχθηκε όλες τις σφαίρες από μπροστά»..
Η Όλγα Τσόλκα, δικηγόρος της οικογένειας Μπακογιάννη, στην αγόρευσή της, ανέφερε για τον «φαρμακοχέρη» της οργάνωσης, Δημήτρη Κουφοντίνα: «Είναι υπερήφανος που έστησε ενέδρα σ’ έναν άοπλο το πρωινό της 26ης Σεπτεμβρίου του 1989 ο οποίος αμέριμνος πήγαινε στο γραφείο του να συνεχίσει τη δουλειά του. Είναι υπερήφανος ο κ.Κουφοντίνας που τον σκότωσε. Φαίνεται η περηφάνια αλλάζει νόημα ανάλογα με το σύστημα των αξιών που έχει ο καθένας. Έτσι όμως ο κ.Κουφοντίνας χαρακτήρισε την πράξη του αυτή στη συνέχεια και ως πολιτική και χαρακτήρισε ως πολιτικό έγκλημα τον πιο φρικιαστικό παραλογισμό, την επίδειξη της πιο σκληρής εξουσίας, της εξουσίας της αφαίρεσης ανθρώπινης ζωής. Ο κ.Κουφοντίνας ασκούσε εξουσία, ήθελε, συμμετείχε, σκότωνε όποιον ήθελε, ένοπλος αυτός έτοιμος, οργανωμένος, με τρόπο διαφυγής έναν άνθρωπο άοπλο».
Η συνήγορος της οικογένειας, είχε αναρωτηθεί για το ανύπαρκτο πολιτικό σκεπτικό το οποίο παρέθεταν στις προκηρύξεις τα μέλη της οργάνωσης, «Η δεύτερη προκήρυξη γράφτηκε ακριβώς επειδή ξεσηκώθηκε λαϊκή οργή για την συγκεκριμένη δολοφονία. Πού είναι λοιπόν το περιβόητο λαϊκό έρεισμα το οποίο επικαλείται ο κ. Κουφοντίνας; Φυσικά είναι ανύπαρκτο και αυτό επιβεβαιώνεται ακόμη και ότι ο Παύλος Μπακογιάννης ήταν μόλις 2 μηνών Βουλευτής. Ένας άνθρωπος τον οποίο επέλεξε ο λαός της Ευρυτανίας για να προασπίσει τα συμφέροντά του και τα δικαιώματά του στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Έτσι λοιπόν οι προκηρύξεις δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια προσχηματική δικαιολόγηση των ανθρωποκτονιών. Όμως οι ανθρωποκτονίες παρέμειναν και παραμένουν τραγικά αδικαιολόγητες. Η δε προκήρυξη, το περιεχόμενό της απλώς επιβεβαιώνει την έλλειψη οιασδήποτε ιστορικής λογικής και πολιτικής βάσης».
«Πού ήταν εκείνοι στη δικτατορία;»
«Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο αυτό το μίσος που φαίνεται στις προκηρύξεις για όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις στην περίοδο της δικτατορίας. Αυτό το λέω διότι η ιστορική πορεία του ανθρώπου που σκότωσαν την 26/9/1989, σφραγίζεται από την αποδεδειγμένη αντιστασιακή του δράση στην περίοδο της δικτατορίας. Ο Παύλος Μπακογιάννης δεν επέστρεψε στην Ελλάδα με πλαστό διαβατήριο ή πλαστό πιστοποιητικό αλλά με το μπλε διαβατήριο των προσφύγων του ΟΗΕ, σε αντίθεση με τον κ. Αλέξανδρο Γιωτόπουλο ο οποίος φοβόταν μάλλον τον ίσκιο του» είχε αναφέρει στην αγόρευσή της η συνήγορος της οικογένειας Μπακογιάννη, Όλγα Τσόλκα.
«Μετά το 1974 ο Παύλος Μπακογιάννης, όλη του η πορεία χαρακτηρίζεται από τον αγώνα για την ελευθερία, τη δημοκρατία, τον διάλογο τον κοινωνικό. Την καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης, τον τόπου του που πράγματι αγαπούσε όπως αγαπούσε και τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο που επικαλείται η Οργάνωσης 17Ν αλλά το μέλλον του ανθρώπου είναι ο άνθρωπος και όχι τα πτώματα, οι ακρωτηριασμοί, τα 45άρια. Αυτό μάλλον το ξέχασε η 17Ν ή δε θέλει καν να το θυμάται. Και έτσι τα καταπιεσμένα συναισθήματα του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου βρήκαν διέξοδο στην εχθρότητα και στην βίαιη εκδήλωσή της με την τέλεση ανθρωποκτονιών. Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο ότι εναγωνίως η υπεράσπιση του κ. Κουφοντίνα και του κ. Τζωρτζάτου προσπαθούσε να βρει ένα πολιτικό σκεπτικό σε αυτή τη δολοφονία», επεσήμανε η Όλγα Τσόλκα, για τον «Λάμπρο», τον «Μιχάλη Οικονόμου» δηλαδή τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο.