Προέβαιναν σε παράνομες ελληνοποιήσεις και οι παράνομα διαβιουντες λαθρομετανάστες τα αιτήματά των οποίων είχαν απορριφθεί με τη νόμιμη οδό, απολάμβαναν προνομίων και οικονομικών επιδομάτων
Με συμβολαιογραφικές πράξεις εικονικών συμφώνων συμβίωσης και αναγνώρισης τέκνων τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, συνολικά 12 δικηγόροι, και 12 συμβολαιογράφοι, καθώς επίσης 4 αστυνομικοί και 2 υπάλληλοι Κέντρου Εξυπηρέτησης Πολιτών, είχαν δραστηριοποιηθεί από το 2016 μέχρι τουλάχιστον και το 2019.
Όπως προέκυψε η εγκληματική οργάνωση, με βασικά μέλη εκ των δικηγόρων και δύο συμβολαιογράφους, προέβαινε στη σύναψη εικονικών συμβολαιογραφικών πράξεων συμφώνων συμβίωσης και αναγνώρισης τέκνων, σε παράνομα διαβιούντες λαθρομετανάστες οι οποίοι είχαν υποβάλλει τα δικαιολογητικά τους ωστόσο είχαν απορριφθεί. Έναντι υψηλών οικονομικών ανταλλαγμάτων, το κύκλωμα στόχευε στην επιθυμία των λαθρομεταναστών για την έκδοση βεβαίωσης κατάθεσης αίτησης για απόκτηση άδειας διαμονής (μπλε βεβαίωση).
Με τον τρόπο αυτό ο παράνομος λαθρομετανάστης, που υπό κανονικές συνθήκες δεν πληρούσε τις νόμιμες προϋποθέσεις, αποκτούσε τα δικαιώματα που παρέχονται και στην άδεια διαμονής ενω, μεταξύ άλλων ειχε δικαίωμα απόκτησης ΑΜΚΑ και ΑΦΜ καθώς και δυνατότητα να ταξιδεύει στη χώρα καταγωγής του.
Το εγκληματικό δίκτυο, μεσα από Υπηρεσίες παροχής ασύλου εντόπιζε λαθρομετανάστες που διέμεναν παράνομα στη χώρα μέσω δικτύου συνεργατών ήταν “πρόθυμοι” να τους “εξυπηρετήσουν” ωστε να προβούν στην έκδοση της μπλε βεβαίωσης. Γι αυτή την “διευκόλυνση” λάμβαναν έως και 6.000 ευρώ, ανάλογα με την περίπτωση και την “εξυπηρέτηση” που τους παρείχαν.
Στη συνέχεια με πλαστές βεβαιώσεις γνήσιων υπογραφής και υπεύθυνες δηλώσεις εξουσιοδότησης τις οποίες εξασφάλιζαν μέσω των αστυνομικών και των υπαλλήλων Κ.Ε.Π. το κύκλωμα, προεβαινε στις δικαστικές πράξεις ώστε να λάβουν τα έγγραφα που επιθυμούσαν οι ενδιαφερόμενοι.
Από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας διακριβώθηκε η δράση του κυκλώματος και σχηματίσθηκε ποινική δικογραφία που περιλαμβάνει κατηγορίες για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, και τα κατά περίπτωση αδικήματα της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ’ εξακολούθηση, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης και άμεση συνέργεια σε ψευδή βεβαίωση κατ’ εξακολούθηση με σκοπό το παράνομο οικονομικό όφελος που υπερβαίνει τις €120.000.
Η υπόθεση διαβιβάστηκε στον αρμόδιο Εισαγγελέα και ακολούθως παραπέμφθηκε στον Ανακριτή Διαφθοράς για κύρια ανάκριση.