Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών: Προσωπικό – Υλικοτεχνική Υποδομή – Πιστοποιήσεις

Το Security Manager επισκέφτηκε το σύγχρονο κτίριο όπου εδρεύει η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (ΔΕΕ), εκεί όπου χτυπάει η καρδιά της αστυνομικής – επιστημονικής έρευνας αλλά και τεχνολογικής καινοτομίας σε ότι αφορά την εξιχνίαση εγκλημάτων, μιλήσαμε με τη Διευθύντρια της Υπηρεσίας, Υποστράτηγο Πηνελόπη Μηνιάτη και άλλους επικεφαλείς τμημάτων, διαπιστώνοντας από κοντά το πολύ σημαντικό έργο που επιτελείται στα εγκληματολογικά εργαστήρια της χώρας μας.

Είναι αλήθεια ότι ο τομέας των εγκληματολογικών ερευνών αποτελούσε πάντα ένα “ελκυστικό” και ενδιαφέρον αντικείμενο, αν αναλογιστούμε την τεράστια δημοφιλία που γνωρίζουν οι τηλεοπτικές σειρές τύπου CSI αλλά και αντίστοιχες κινηματογραφικές ταινίες.

Η πραγματικότητα όμως πολλές φορές ξεπερνάει ακόμα και τα πλέον ευφάνταστα σενάρια αυτών των τηλεοπτικών σειρών και αυτό διαπιστώσαμε από κοντά στα πλαίσια της επίσκεψης και ξενάγησης μας, στο 5όροφο κτίριο 32.000 τ.μ στη συμβολή της Λ. Αθηνών με την οδό Αντιγόνη, όπου από το 2010 μεταστεγάστηκε η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (Δ.Ε.Ε). Πρόκειται για μια Διεύθυνση που είναι μια αυτοτελή Κεντρική Υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας και υπάγεται απευθείας στον Αρχηγό του Σώματος αποτελώντας την Εθνική Εγκληματολογική Υπηρεσία της χώρας. Η Δ.Ε.Ε το 2013 αξιολογήθηκε και διαπιστεύτηκε από εμπειρογνώμονες του Εθνικού Συστήματος Διαπίστευσης για την ποιότητα και αξιοπιστία των υπηρεσιών που παρέχει και της απονεμήθηκαν Πιστοποιητικά Διαπίστευσης, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ISO/IEC 17025:2005 και ISO/IEC 17020:2004.

Πίσω από αυτούς τους τίτλους, τις πιστοποιήσεις, τα σύγχρονα κτίρια και τα εντυπωσιακά τεχνολογικά εργαλεία εξιχνίασης εγκλημάτων, υπάρχει όμως πολύ και σημαντική δουλειά από ανθρώπους που ανήκουν στο προσωπικό της Δ.Ε.Ε. Επιστήμονες, αστυνομικοί, αξιωματικοί, βοηθητικοί και υποστηρικτικοί υπάλληλοί, ένα σύνολο ανθρώπων που παρέχει αδιαλείπτως πολύ σημαντική επιστημονική υποστήριξη και συνδρομή, όχι μόνο στην Αστυνομία αλλά και σε πολλές άλλες Αρχές Ασφαλείας στην Ελλάδα και κατ’ επέκταση ευρύτερα στην κοινωνία.

Τον κρίσιμο ρόλο αυτών των ανθρώπων που εργάζονται στα εγκληματολογικά εργαστήρια και υποστηρίζουν συνολικά με κάθε τρόπο τη λειτουργία της Δ.Ε.Ε θέλαμε κυρίως να αναδείξουμε μέσα από την επίσκεψη μας στην έδρα της Υπηρεσίας και το συγκεκριμένο ρεπορτάζ το οποίο λόγου του μεγάλου όγκου σημαντικών πληροφοριών θα κατανείμουμε στο περιοδικό σε 2 μέρη.

Σύντομη ιστορική αναδρομή και τα τμήματα της Δ.Ε.Ε

Το 1919 συστήθηκε και λειτούργησε στην Αθήνα το πρώτο «Κεντρικό Γραφείο Εγκληματολογικής Σημάνσεως» το οποίο το 1925 μετονομάστηκε σε «Κεντρικό Γραφείο Εγκληματολογικών Αναζητήσεων», ενώ το 1929 μετονομάστηκε σε «Διεύθυνση Εγκληματολογικών Υπηρεσιών». Από το 1923 κύριος οργανωτής των εργαστηρίων της Υπηρεσίας και θεμελιωτής της εφαρμοσμένης εγκληματολογικής πρακτικής στην Αστυνομία υπήρξε ο καθηγητής Κωνσταντίνος Γαρδίκας ο οποίος διοίκησε την Υπηρεσία επί 41 χρόνια.

Ο Κωνσταντίνος Γαρδίκας οργάνωσε την Υπηρεσία της Εγκληματολογικής Σημάνσεως, τη μετέπειτα Διεύθυνση Εγκληματολογικών Υπηρεσιών, στη Διεύθυνση της οποίας και παρέμεινε επί 41 χρόνια.

Το 1992 η Υπηρεσία προήχθη σε Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών κατέστη ανεξάρτητη Κεντρική Υπηρεσία και υπήχθη απευθείας στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας. Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών διαρθρώνεται στα εξής τμήματα:

  • Υποδιεύθυνση Βιολογικών και Βιοχημικών Εξετάσεων & Αναλύσεων DNA
  • Τμήμα Εσωτερικών Λειτουργιών
  • Τμήμα Δακτυλοσκοπίας
  • Τμήμα Εξερευνήσεων
  • Τμήμα Εργαστηρίων Πυροβόλων Όπλων και Ιχνών Εργαλείων
  • Τμήμα Εργαστηρίων Δικαστικής Γραφολογίας και Πλαστότητας Εντύπων και Αξιών
  • Τμήμα Χημικών και Φυσικών Εξετάσεων
  • Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων
  • Τμήμα Οπτικοακουστικού Υλικού, Φωτογραφίας και Μεθοδικοτήτων
  • Τμήμα Καταδιωκτικών – Στατιστικής
  • Τμήμα Αρχείων

Επίσης, στη Δ.Ε.Ε. υπάγονται η Υποδιεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών Βορείου Ελλάδος (Υ.Ε.Ε.Β.Ε.), που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη καθώς και τα κατά τόπους 64 Τμήματα και Γραφεία Εγκληματολογικών Ερευνών στην υπόλοιπη Ελλάδα

Η Υποστράτηγος Πηνελόπη Μηνιάτη, Διευθύντρια της Δ.Ε.Ε με τον Αρχισυντάκτη του Security Manager, Βλάση Αμανατίδη

Κατά την επίσκεψή μας στη Δ.Ε.Ε μας υποδέχτηκε στο γραφείο της η Υποστράτηγος, Πηνελόπη Μηνιάτη, Διευθύντρια της Υπηρεσίας και είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε μαζί της για μια σειρά θεμάτων που αφορούν τον κρίσιμο ρόλο της εγκληματολογικής έρευνας που επιτελείται εκεί, το προσωπικό, τις τεχνολογικές υποδομές αλλά και τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι άνθρωποι που εργάζονται καθημερινά στο κτίριο της οδού Αντιγόνης.

Ζητώντας από την Υποστράτηγο να μας αναφέρει συνοπτικά κάποια βασικά αντικείμενα ερευνών της Δ.Ε.Ε μας ανέφερε:

«Ο περισσότερος κόσμος μπορεί να έχει ακούσει ή να γνωρίζει ορισμένα από τα αντικείμενα ερευνών που διενεργούμε εδώ, όπως για παράδειγμα τη διαδικασία της σήμανσης αποτυπωμάτων ή εξερεύνησης του χώρου ενός εγκλήματος. Όμως η συνεισφορά των εγκληματολογικών ερευνών στην εξιχνίαση πολλών υποθέσεων επεκτείνεται σε ένα πάρα πολύ μεγάλο φάσμα αντικειμένων, όπως ενδεικτικά είναι η εξέταση της ασφάλειας των εγγράφων, ο βλητικός έλεγχος και ανάλυση των όπλων κάθε μορφής, η ανάλυση του DNA και γενικά βιολογικού υλικού, η εξέταση ψηφιακών πειστήριων, ο έλεγχος φωτογραφιών, η ανάλυση ήχου και βιντεοληπτικού υλικού και αρκετά άλλα. Επίσης, υπάρχουν και άλλοι τομείς ερευνών με κοινωνική και ανθρωπιστική διάσταση, όπως η ταυτοποίηση των σωρών, ανθρώπων που σκοτώνονται σε ατυχήματα ή μεταναστών που χάνουν τη ζωή τους στη θάλασσα, η επανένωση οικογενειών μέσω της επιβεβαίωσης ταυτότητας, η διερεύνηση ατυχημάτων αεροπλάνων ή ελικοπτέρων δια μέσω ψηφιακών πειστηρίων όπως το GPS, αλλά και η διερεύνηση υποθέσεων μέσω πραγματογνωμοσύνης ψηφιακών πειστηρίων που σχετίζονται με την παιδική πορνογραφία σε συνεργασία με τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.

Εστιάζοντας στη συνέχεια στο προσωπικό της Δ.Ε.Ε η κα Μηνιάτη εξέφρασε πολύ αληθινά την ικανοποίηση της για την επιστημονική κατάρτιση του προσωπικού της υπηρεσίας τονίζοντας παράλληλα την αυταπάρνηση και τον επαγγελματισμό που επιδεικνύουν τα στελέχη και όλοι οι άνθρωποι που εργάζονται στη Διεύθυνση. «Αυτή τη στιγμή στην έδρα της υπηρεσίας στην Αθήνα, εργάζονται 410 άτομα, στη Θεσσαλονίκη 150, ενώ σε κάθε ένα από τα κατά τόπους 64 Τμήματα και Γραφεία Εγκληματολογικών Ερευνών στην υπόλοιπη Ελλάδα εργάζονται περίπου από 3 έως 13 άτομα. Τα στελέχη της Υπηρεσίας διακρίνονται σε δυο διαφορετικές κατευθύνσεις: γενικών και ειδικών καθηκόντων. Ειδικά για τη δεύτερη κατηγορία, αφορά στελέχη που έχουν ολοκληρώσει πανεπιστημιακές σπουδές με τους περισσότερους να έχουν και μεταπτυχιακά ή και να είναι διδάκτορες βιολόγοι, φυσικοί, βιοχημικοί, ηλεκτρονικοί, μηχανολόγοι μηχανικοί και προγραμματιστές ηλεκτρονικών υπολογιστών. Χαρακτηριστική περίπτωση που αξίζει να αναφέρουμε, είναι ότι υπάρχει εξαιρετικός συνάδελφος, που ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο χημικό και το μεταπτυχιακό τους, όντας πάνω στη μηχανή της ΔΙ.ΑΣ ενώ στα μέσα του διδακτορικού του ήρθε σε εμάς. Προσπαθούμε λοιπόν να προσελκύσουμε ανθρώπους μέσα από την Αστυνομία, που έχουν το μεράκι να σπουδάζουν κάποιο αντικείμενο που μπορεί να τους οδηγήσει στη συνέχεια στην εγκληματολογική έρευνα. Επίσης, έχουμε τους Αξιωματικούς της Αστυνομίας που αφού έχουν τελειώσει τη σχολή των Αξιωματικών, εξειδικεύονται εδώ μέσα στην Υπηρεσία, είτε από εσωτερική διαδικασία εκπαίδευσης που είναι πιστοποιημένη και διαρκεί 2 με 3 χρόνια είτε στο εξωτερικό ανάλογα το αντικείμενο. Εδώ, οι επιστήμονες είναι αστυνομικοί και οι αστυνομικοί επιστήμονες.

Οι υψηλές απαιτήσεις των περισσότερων υποθέσεων που ασχολούμαστε εδώ στη Δ.Ε.Ε αλλά και συνολικά οι υπηρεσίες που παρέχουμε ως εγκληματολογική υπηρεσία της χώρας στις διωκτικές αρχές και όχι μόνο, προϋποθέτει πολύ υψηλό επίπεδο τεχνογνωσίας, όμως ταυτόχρονα χρειάζεται μεράκι και αγάπη για τη συγκεκριμένη δουλειά κάτι το οποίο ευτυχώς υπάρχει. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι τα στελέχη μας λόγω της ειδικής εκπαίδευσης που έχουν λάβει και της υψηλής εξειδίκευσης που διαθέτουν, δεν νιώθουν και δεν είναι αναλώσιμοι και αυτό βοηθάει σημαντικά στην απόδοση και την αποτελεσματικότητα του έργου που προσφέρουν»

Σχετικά με τις τεχνολογικές υποδομές που αποτελούν το βασικό εργαλείο της δουλειάς των ανθρώπων που ερευνούν εγκληματολογικές υποθέσεις στη Δ.Ε.Ε αλλά και το κατά πόσο οι οικονομικοί περιορισμοί επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα του «οπλοστασίου» της Υπηρεσίας, η κα. Μηνιάτη μας ανέφερε «…ήμασταν προνοητικοί -ίσως και τυχεροί- γιατί εγκαίρως συμμετείχαμε σε ευρωπαϊκά προγράμματα και απορροφήσαμε σημαντικά κονδύλια που αξιοποιήθηκαν για την ενίσχυση της υλικοτεχνικής υποδομής των εργαστηρίων μας. Αυτή τη στιγμή ξεκινάμε επίσης την υλοποίηση του ISF που είναι και αυτό ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης που θα μας επιφέρει περίπου 4 εκατομμύρια ευρώ. Υπάρχουν φυσικά και κάποιες δυσκολίες, όπως για παράδειγμα περιορισμοί στα αντιδραστήρια και τα αναλώσιμα μας, αλλά διαχρονικά είμαστε σε καλό επίπεδο και οφείλουμε να πούμε ότι έχουμε την υποστήριξη που απαιτείται από τη πολιτική και φυσική ηγεσία της Αστυνομίας. Θα πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι όλοι μας κρινόμαστε από το αποτέλεσμα και τα αποτελέσματα των εξιχνιάσεων εγκλημάτων στα εργαστήρια μας είναι πραγματικά αξιοσημείωτα, κάτι που αναγνωρίζουν και πολλές ξένες υπηρεσίες με τις οποίες συνεργαζόμαστε.

Η Δ.Ε.Ε. διαθέτει σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει:

  • Γενετικούς Αναλυτές Αλληλουχιών D.N.A. (ABI 3500 Genetic Analyzer)
  • Πλήρως Αυτοματοποιημένα (Ρομποτικά) Συστήματα Διαχείρισης Υγρών (BioRobots)
  • Υπολογιστικά συστήματα (server and clients) για το Εθνικό Αρχείο Δεδομένων Γενετικών Τύπων
  • Λογιστικό Σύστημα Καταχώρησης – Αναζήτησης Γενετικών Τύπων (CODIS) για το Εθνικό Αρχείο Δεδομένων Γενετικών Τύπων
  • Αυτόματο σύστημα αναγνώρισης Δακτυλικών – Παλαμικών Αποτυπωμάτων (Α.Σ.Α.Δ.Π.Α.)
  • Σύστημα Παρακολούθησης Παραχάραξης, on line με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (C.M.S.)
  • Βάση Δεδομένων πλαστών και αυθεντικών εγγράφων (FADO)
  • Στερεοσκόπιο
  • Φασματοφωτόμετρο (spectrophotometer)
  • Αυτόματο Σύστημα Συγκριτικών Εξετάσεων Ιχνών Καλύκων – Βολίδων (EVOFINDER)
  • Σύστημα Ιοντικής Χρωματογραφίας με Ανιχνευτή Αγωγιμότητας (IC.CD)
  • Αυτόματο Σύστημα Αρχειοθέτησης – Αναζήτησης Φωτογραφιών
  • Περιθλασίμετρο Ακτίνων – Χ (XRD)
  • Φασματοφωτόμετρο Ατομικής Απορρόφησης Διπλής Δέσμης με Σύστημα Φλόγας (ASA)

 

Με αφορμή την αναφορά στις συνεργασίας της ΔΕΕ η Διευθύντρια της Δ.Ε.Ε μας επισήμανε τη συμμετοχή της Υπηρεσίας στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εγκληματολογικών Ινστιτούτων όπου εκπροσωπούνται αντίστοιχες υπηρεσίες από όλα τα κράτη μέλη της E.E και όχι μόνο και αποτελεί το κύριο συμβουλευτικό όργανο για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε πολλά επιμέρους θέματα που αφορούν τους τομείς των εγκληματολογικών ερευνών. Υπάρχουν φυσικά συνεργασίες με την Europol την Interpol, Eurodac και πολλές άλλες υπηρεσίες σε ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο πλαίσιο.

Επίσης, μας μίλησε για τον όγκο των υποθέσεων που αναλαμβάνει η Υπηρεσία. «Οι υποθέσεις αυξάνεται κατά μέσο όρο σχεδόν 25 % κάθε χρόνο, ενώ σε κάποια τμήματα μπορεί να υπάρχει και 100% αύξηση των υποθέσεων όπως για παράδειγμα στα ψηφιακά πειστήρια και το DNA. Πριν 2 χρόνια στο DNA είχαμε περίπου 200 υποθέσεις το μήνα και τώρα μπορεί να φτάνει μέσο όρο στις 600 υποθέσεις το μήνα.

Σχετικά με τις προκλήσεις που κατά καιρούς αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι της Δ.Ε.Ε ανάλογα με τη φύση του κάθε εγκλήματος μας είπε ότι κάθε υπόθεση μπορεί να είναι δύσκολα διαχείρισιμη συναισθηματικά, όμως σίγουρα οι υποθέσεις που σχετίζονται με μικρά παιδιά μας δημιουργούν πάντα μια πολύ έντονη φόρτιση. Επίσης λόγω της πολυδιάστατης προσέγγιση τους, οι υποθέσεις τρομοκρατίας αλλά και πολλές ανθρωποκτονίες πάντα έχουν ιδιαιτερότητες.

Στη δουλειά μας όμως ακόμα και το πιο απλό, μπορεί να γίνει δύσκολο και κάθε υπόθεση πρέπει να την βλέπουμε με το ίδιο επίπεδο επαγγελματισμού. Το σημαντικό για κάθε υπόθεση αυξημένης βαρύτητας είναι η βέλτιστη συνεργασία μεταξύ όλων των υπηρεσιών.

Σχετικά με το ρόλο των Μέσων Ενημέρωσης και το πόσο μπορεί να τους επηρεάσει η αυξημένη δημοσιότητα μιας υπόθεσης, η επικεφαλής της Διεύθυνσης μας τόνισε «…δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μην είμαστε συγκεντρωμένοι και απόλυτα προσηλωμένοι και οργανωμένοι στην διερεύνηση μια υπόθεσης ανεξάρτητα από την δημοσιότητα ή μη, που λαμβάνει στα μέσα ενημέρωσης. Υπάρχουν περιπτώσεις που τίθενται κάποιες υποθέσεις σε προτεραιότητα από ανθρώπινη πλευρά, όμως δεν λειτουργούμε με βάση τι θα δούμε στις ειδήσεις. Η εμπειρία και τεχνογνωσία του κάθε τμηματάρχη, καθορίζει την ιεράρχηση των υποθέσεων και φυσικά πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την ιεράρχηση έχει η προανάκριση και η ανάκριση. Υπάρχουν φυσικά και υποθέσεις που τις θέτουμε εμείς σε πρώτη προτεραιότητα, χωρίς να τις έχουν “πιάσει” τα Μέσα Ενημέρωσης, αλλά για εμάς και τις ανακριτικές αρχές είναι σημαντικές.

Θα πρέπει εδώ να τονίσουμε επίσης ότι είναι πάρα πολύ κρίσιμο να μην επηρεαζόμαστε από όσα λέγονται στα μέσα ενημέρωσης και να επισημάνουμε ότι όσο σημαντική είναι η τεκμηρίωσης της ταύτισης μέσω πειστηρίων, ενός πιθανού υπόπτου με ένα έγκλημα, άλλο τόσο σημαντική είναι και η μη ταύτιση κάποιου που μπορεί να θεωρείται υπαίτιος για μια εγκληματική ενέργεια. Το “δεν είναι” στη δουλειά μας είναι πολύ κρίσιμο.

Η Υποστράτηγος και Διευθύντρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, Πηνελόπη Μηνιάτη είναι Βιολόγος και ήταν επικεφαλής της Υποδιεύθυνσης Βιολογικών και Βιοχημικών Εξετάσεων & Αναλύσεων εκεί όπου αναλύονται δηλαδή τα δείγματα DNA που συλλέγουν από τους χώρους. Η ίδια ήρθε από την Αμερική ολοκληρώνοντας τις σπουδές της, εκδηλώνοντας το ενδιαφέρον της για σχετική προκήρυξη το 1992 και έτσι ξεκίνησε η σύσταση εργαστηριού το 1944 όπου αργότερα μετεξελίχτηκε σε τμήμα και το 2004 δημιουργήθηκε η υποδιεύθυνση DNA με τέσσερα τμήματα. Και ενώ ξεκίνησε στην αρχή με 3 άτομα, πλέον υπηρετούν 60.

Έτσι λοιπόν αδράξαμε την ευκαιρία να της ζητήσουμε να μας πει λίγα πράγματα για την ανάλυση του DNA ως πειστήριο σε πολλές υποθέσεις.

«…είναι αλήθεια ότι το DNA έχει επιφέρει επανάσταση στην εγκληματολογία. Το DNA έχει μια πολύ μεγάλη δυναμική ως πειστήριο μιας και ο δράστης δεν μπορεί να ελέγξει τι θα αφήσει πίσω του. Ίσως πολλοί δράστες εγκλημάτων να το γνωρίζουν πλέον αυτό και για αυτό καίνε τα οχήματα που χρησιμοποιούν ή καλύπτουν με χλωρίνη τα ίχνη τους. Αυτό μπορεί να δυσκολεύει λίγο την έρευνα, αλλά εμείς καταφέρνουμε και βγάζουμε σχεδόν πάντα αποτελέσματα, γιατί αρκεί έστω και ένα λάθος, προκειμένου τα στελέχη της εξερεύνησης να συλλέξουν το πειστήριο που θέλουν. Στη διάθεσή μας έχουμε πλέον και ένα νέο ρομποτικό μηχάνημα που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο τελικό στάδιο ενσωμάτωσης και αναμένεται να δώσει σημαντική ώθηση στις έρευνες για την ανάλυση DNA, θα διευκολύνει ιδιαίτερα σε μαζικούς ελέγχους DNA και σε άμεση, πλήρη εικόνα για τους δράστες.»

Ένα μόνιμο θέμα προβληματισμού αποτελεί πάντα η διαχείριση των βάσεων δεδομένων αφού με βάση τον υπάρχοντα νόμο θα πρέπει να λαμβάνονται δείγματα βιολογικού υλικού από όσους κατηγορούνται για πράξεις που επισύρουν ένα συγκεκριμένο όριο φυλάκισης, ενός έτους και άνω.

Η κάθε βάση έχει μια δυναμική και αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο. Σίγουρα δεν πρέπει να δαιμονοποιούμε τις βάσεις αναφέρει η κα Μηνιάτη, αρκεί κάθε φορέας να διασφαλίζει ότι λειτουργούν σωστά, ότι οι κατάλληλοι έχουν πρόσβαση σας αυτές και φυσικά να λαμβάνονται υπόψη και τα προσωπικά δεδομένα.

Κλείνοντας την συνομιλία μας με την Υποστράτηγο Πηνελόπη Μηνιάτη, της ζητήσαμε να μας απαντήσει αν τα στοιχεία της πραγματογνωμοσύνης όπως η ανάλυση του DNA, αρκούν από μόνα τους να αθωώσουν ή να καταδικάσουν κάποιον άνθρωπο στο δικαστήριο και μας είπε:

«Είναι σίγουρα πολύ ισχυρά στοιχεία όλα αυτά τα πειστήρια και όσο η τεχνολογία εξελίσσεται, οι δικαστές ολοένα και περισσότερο εμπιστεύονται περισσότερο τις πραγματογνωμοσύνες. Όμως εμείς δεν αντικαθιστούμε το νομικό και δικαστικό σύστημα, εμείς παραθέτουμε σημαντικά τεκμηριωμένα στοιχεία και πορίσματα προς τους δικαστές και τις ανακριτικές αρχές, τα οποία τα εμπιστεύονται και από εκεί και πέρα εξετάζουν το σύνολο της κάθε υπόθεσης. Ναι, υπάρχουν υποθέσεις που βασίστηκαν στις αναλύσεις του DNA ή τα ψηφιακά ευρήματα, όμως οι δικαστές πάντα αξιολογούν το σύνολο μιας υπόθεσης.