Αποκαλύφθηκε απάτη με «μαϊμού» πίνακες γνωστών ζωγράφων- Είχαν προς πώληση πλαστό πίνακα του Τσάκσον Πόλοκ για €12 εκατ.

Παραποιημένους πίνακες γνωστών ζωγράφων πωλούσαν σε ανυποψίαστους συλλέκτες, γκαλερί και οίκους δημοπρασιών του εξωτερικού, τα μέλη οικογενειακής εγκληματικής οργάνωσης τα οποία ταυτοποιήθηκαν σε αστυνομική έρευνα

Είχαν ολοκληρώσει τις συζητήσεις για να πωλήσουν μαϊμού πίνακα του Τσάκσον Πόλοκ για €12 εκατ. και πριν παραλάβουν τα χρήματα, οι αστυνομικοί προχώρησαν σε ενημέρωση των υποψήφιων αγοραστών για την απάτη σε βάρος τους. Η εγκληματική οργάνωση με δομή και διακριτούς ρόλους, έχει πέντε μέλη, εκ των οποίων τρία μητέρα πατέρας και υιός, ενώ συμμετείχαν δύο ακόμα άτομα ως υποστηρικτική ομάδα.

Σε πολύμηνη αστυνομική έρευνα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, προέκυψε η παράνομη δραστηριότητα οργανωμένης εγκληματικής οργάνωσης, η οποία προσδιορίζεται τουλάχιστον από το 2014, με τα μέλη της να έχουν αποκομίσει το ποσό των €6 εκατ. από την πώληση σε συλλέκτες, εμπόρους και οίκους δημοπρασιών του εξωτερικού, πλαστών έργων τέχνης διάσημων καλλιτεχνών.

Ως εμπνευστής της απάτης, αποδίδεται ο 35χρονος γιος τριμελούς οικογένειας. Γνωρίζοντας τις προτιμήσεις του αγοραστικού κοινού και τα διαθέσιμα έργα τέχνης στην αγορά, σε επαφή με μεγάλους οίκους δημοπρασιών του εξωτερικού, προέβαινε σε συμφωνίες για την πώληση -σε γνώση του – πλαστών έργων τέχνης .

Δημιουργός των πλαστών έργων τέχνης, ο 69χρονος πατέρα του με δεξιότητα  στη ζωγραφική. Αναλάμβανε να αντιγράψει έργα ζωγράφων σε μεγάλη ζήτηση και καθώς διαθέτει ιστορικές και καλλιτεχνικές γνώσεις για τους δημιουργούς, την εικαστική Σχολή ή το καλλιτεχνικό κίνημα και την περίοδο στην οποία ανήκαν καθώς επίσης της τεχνοτροπία που ακολουθούσε ο κάθε καλλιτέχνης, δημιουργούσε τους πλαστούς πίνακες με διαφορετική είδη ζωγραφικής.

Με τα κατάλληλα υλικά ο 69χρονος φιλοτεχνούσε τους πλαστούς πίνακες ζωγραφικής τους οποίους ο 35χρονος παρουσίαζε ως δήθεν αδημοσίευτα ή μη καταγεγραμμένα έργα τέχνης, τα οποία έφεραν υπογραφή του δημιουργού, παραπλανώντας τους υποψήφιους αγοραστές καθώς του έπειθε ότι επρόκειτο για γνήσια έργα τέχνης τα οποία προέρχονται είτε από ιδιωτικές συλλογές πολιτικών ή γνωστών συλλεκτών του προηγούμενου αιώνα, τα οποία κατέληγαν με μεταβιβάσεις και πωλήσεις στην οικογένεια της μητέρας του.

Με τη συνδρομή της 61χρονης μητέρας του 35χρονου, Ρουμανικής καταγωγής, η οποία παρουσιαζόταν στους υποψήφιους αγοραστές ως συλλέκτρια έργων τέχνης, ισχυριζόμενη ότι είχαν κληροδοτήσει τους πίνακες στον πατέρα της, στρατηγό επί προεδρίας Τσαουσέσκου, τους έπειθε με τα οικογενειακά δεδομένα προγόνων της για τις φανταστικές ιστορίες που είχαν δημιουργήσει για το κάθε έργο τέχνης.

Με τον 35χρονο να έχει αναλάβει την επικοινωνία και προώθηση των έργων τέχνης, ήταν αυτός που παρουσίαζε ιστορίες μεταβίβασης των έργων από τους αρχικούς δημιουργούς τους σε πολιτικά πρόσωπα της εποχής (πχ πρέσβη Κορνέλιου Μανέσκου) σε γνωστούς συλλέκτες (πχ Κόμης, Teriade, Αλέξανδρος Ιόλας) και σε κάθε ιστορία που παρέθετε, εξηγούσε πώς τα έργα τέχνης  κατέληγαν στη μητέρα του μέσω του πατέρα της. Από κοινού μητέρα πατέρας και ο 35χρονος, φέρονται να αποφάσιζαν σε ποια χρονική στιγμή και με ποιο ζωγράφο και συλλέκτη θα αντιστοίχιζαν το κάθε έργο.

Επίσης κατηγορούμενοι στην ίδια υπόθεση, αναφέρονται 56χρονος ο οποίος είχε αναλάβει τη συσκευασία των πινάκων και την παράδοσή τους στις μεταφορικές εταιρίες, την είσπραξη των χρημάτων από τις αγοραπωλησίες, την παραλαβή των πλαστών εγγράφων και σφραγίδων, ενώ εκτελούσε χρέη οδηγού της οργάνωσης και 48χρονος, ιδιοκτήτης καταστήματος κατασκευής σφραγίδων, προμήθευε την οργάνωση με τις πλαστές σφραγίδες.

Σύμφωνα με τα όσα προέκυψαν στο πλαίσιο της αστυνομικής προανάκρισης, τα μέλη της εγκληματικής ομάδας, αφού προμηθεύονταν τα απαραίτητα υλικά (χαρτί παλαιού τύπου, μηχανήματα παλαίωσης των έργων, σφραγίδες) προχωρούσαν στη δημιουργία πλαστών πινάκων.

Για την πιστοποίηση της αυθεντικότητας των έργων, πλαστογραφούσαν την υπογραφή του εκάστοτε δημιουργού, αποτύπωναν πλαστές χειρόγραφες αφιερώσεις ενώ χρησιμοποιούσαν πλαστές σφραγίδες μεταβίβασης και ψευδείς τίτλους δήθεν υπογεγραμμένους από επιφανείς ιστορικούς τέχνης της εποχής. Σε επικοινωνία με οίκους δημοπρασιών του εξωτερικού, παραπλανώντας τους για την αυθεντικότητα των πινάκων τους ανέφεραν ψευδός ότι οι πίνακες προέρχονται από συλλέκτες του προηγούμενου αιώνα ή από πολιτικά πρόσωπα, και μέσω διεθνούς δικτύου που είχαν αναπτύξει για την προώθηση των έργων τους, αναρτούσαν τους πίνακες σε ηλεκτρονικές δημοπρασίες και καταλόγους. Στη συνέχεια συσκεύαζαν τα έργα σε ξυλοκιβώτια και τα απέστελλαν στο εξωτερικό μέσω μεταφορικής εταιρίας (αερομεταφορά), για την ολοκλήρωση της αγοραπωλησίας.

Σε έρευνες που ακολούθησαν, κατασχέθηκαν, μεταξύ άλλων, 18 πίνακες, δύο φούρνοι για παλαίωση έργων τέχνης και πλήθος σφραγίδων και εγγράφων. Οι κατασχεθέντες πίνακες ζωγραφικής θα εξεταστούν ως προς τη γνησιότητά τους, ενώ έχουν ενημερωθεί ο Οργανισμός Πνευματικής Ιδιοκτησίας (Ο.Π.Ι.), ο Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Εικαστικών Έργων και Εφαρμογών (Ο.Σ.Δ.Ε.Ε.Τ.Ε.) και το Υπουργείο Πολιτισμού.

Η διακρίβωση  δράσης της  εγκληματικής οργάνωσης, ήταν αποτέλεσμα μεθοδικής έρευνας Αστυνομικών του Τμήματος Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Κρήτης. Για την υπόθεση ταυτοποιήθηκαν οι πέντε άμεσα εμπλεκόμενοι, σε βάρος των οποίων σχηματίσθηκε δικογραφία για σύσταση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία, απάτη, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και παράβαση του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας.

Η δικογραφία υποβλήθηκε στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή και η υπόθεση παραπέμφθηκε σε Ανακριτή.