Από τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας εξαρθρώθηκε εγκληματική οργάνωση, Δημοτικοί Αστυνομικοί και υπάλληλοι οι οποίοι εκβίαζαν ιδιοκτήτες καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, προκειμένου να λαμβάνουν χρηματικά ποσά, για την αποφυγή βεβαίωσης διοικητικών παραβάσεων
Καταγγελία για εκβίαση καταστηματαρχών, σε συνεργασία με υπαλλήλους της Δημοτικής Αστυνομίας, προκάλεσε την έρευνα του Εσωτερικών Υποθέσεων και προέκυψε η δράση εγκληματικής οργάνωσης, με διαρκή δράση, τα μέλη της οποίας, τουλάχιστον από τον Ιανουάριο του 2023, προέβαιναν στην παράνομη δραστηριότητα.
Ως αρχηγικά μέλη της εγκληματικής οργάνωσης των Δημοτικών Αστυνομικών, αναφέρονται δύο άτομα τα οποία είχαν “στρατολογήσει” ως μέλη τον Προϊστάμενος της Υπηρεσίας της αρμόδιας Δημοτικής Αρχής αλλά και υπάλληλοι Δημόσιων Υπηρεσιών του νομού Αττικής, αρμόδιοι για ελέγχους καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και ιδιώτες, οι οποίοι είχαν διακριτούς μεταξύ τους ρόλους.
Όπως αναφέρεται από την έρευνα του Εσωτερικών Υποθέσεων, η 43χρονη και ο 64χρονος ήταν τα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης, συντόνιζαν τη δράση όλων των μελών, συμπεριλαμβανομένων και των Δημοτικών Αστυνομικών και υπαλλήλων.
Συγγενικό πρόσωπο της 43χρονης (άνδρας ηλικίας 41ετών), είχε αναλάβει τον ρόλο του εισπράκτορα – ταμία παραλαμβάνοντας τα χρηματικά ποσά από τους καταστηματάρχες, τα οποία αποθήκευε και διαμοίραζε στα υπόλοιπα μέλη, ενώ εκτελούσε χρέη οδηγού και
συνοδού της 43χρονης.
Επίσης 75χρονη, συγγενικό πρόσωπο της 43χρονης και του 41χρονου, είχε παραχωρήσει χώρο στην οικία της για την αποθήκευση των χρημάτων.
Μεταξύ των κατηγορούμενων, 55χρονος, ο οποίος είχε αναλάβει χρέη οδηγού της 43χρονης, καθώς και ρόλο εισπράκτορα, ενώ οι κατηγορούμενοι οι οποίοι κατείχαν θέση στον δημόσιο τομέα, ήταν επιφορτισμένοι με τον έλεγχο καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, ξενοδοχείων και οικοδομικών εργασιών (Δήμοι, Δημοτική Αστυνομία, Υπηρεσίες Δόμησης, Διευθύνσεις Υγειονομικού Ελέγχου, Υπουργείο Πολιτισμού κ.λπ.) και είχαν κομβικό ρόλο στη λειτουργία της οργάνωσης, καθώς ήταν αδύνατο να αναπτύξει την παράνομη δραστηριότητα της, χωρίς τη συνδρομή τους.
Τα αρχηγικά μέλη προσέγγιζαν καταστηματάρχες, κυρίως στο κέντρο της Αθήνας, στους οποίους προσέφεραν και παρείχαν προστασία, μέσω της αποτροπής βεβαίωσης διοικητικών παραβάσεων. Στη συνέχεια οι υπάλληλοι διενεργούσαν στοχευμένους ελέγχους στα “προστατευόμενα” καταστήματα, προκειμένου να εξαναγκαστούν να υποκύψουν στις εκβιάσεις, ενώ τους παρείχαν πληροφορίες σχετικά με επικείμενους ελέγχους καταστημάτων, προκειμένου να είναι προετοιμασμένοι. Ενώ οι διενεργούντες τους ελέγχους υπάλληλοι λάμβαναν χρηματικά ποσά προκειμένου να παραβλέπουν διαπιστωθείσες παραβάσεις, καθώς και για να βεβαιώνουν ψευδή γεγονότα σε δημόσια έγγραφα, ενώ συνέτασσαν ψευδή έγγραφα.
Με αυτό τον τρόπο οι καταστηματάρχες εξαναγκάζονταν να απευθυνθούν στην οργάνωση, προκειμένου να προστατευτούν, καταβάλλοντας χρηματικό αντίτιμο. Σε περίπτωση που οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων δεν δέχονταν την προστασία που τους παρείχε η οργάνωση, δέχονταν απειλές ότι θα υπόκεινται σε ελέγχους δημοτικών Αρχών και θα τους βεβαιώνονται διοικητικά πρόστιμα.
Προκειμένου να μην γίνει αντιληπτή η δράση τους, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, λάμβαναν μέτρα προστασίας, με τις συναντήσεις τους (μεταξύ τους ή με τους καταστηματάρχες) και τις δωροληψίες να πραγματοποιούνται σε συγκεκριμένους χώρους καθώς οι επικοινωνίες τους πραγματοποιούνταν μέσω διαδικτυακών εφαρμογών με αυστηρά μέτρα προστασίας.
Από την – έως τώρα- έρευνα, έχουν διακριβωθεί 47 περιπτώσεις εκβίασης, ενώ το συνολικό παράνομο όφελος εποτιμάται ότι ξεπερνάει το ποσό των €700.000/ ανά έτος. Τα μέλη της οργάνωσης λάμβαναν χρηματικά ποσά που κυμαίνονται από €6.000 έως €16.000 ανά έτος, από καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, €1.500 ανά έτος από περίπτερα, ενώ από €1.000 έως €35.000 λάμβαναν για παράνομη ενέργεια ή παράλειψη. Τα ποσά στη συνέχεια τα διαμοιράζονταν μεταξύ τους, και λάμβαναν, ο κάθε υπάλληλος Δημοτικής Αστυνομίας από €3.000 έως και €6.000 ανά κατάστημα, ανά έτος. Ο κάθε υπάλληλος Υπηρεσιών Δόμησης από €1.000 έως και €2.500 ανά περίπτωση. Για κάθε υπάλληλο Διευθύνσεων Υγειονομικού Ελέγχου, από €250 έως και €2.000 ανά περίπτωση και οι υπάλληλοι του Υπουργείου Πολιτισμού, λάμβαναν ανα περίπτωση, από €6.000 έως και €10.000.
Για την υπόθεση συνελήφθησαν 14 άτομα, εκ των οποίων 9 Δημόσιοι υπάλληλοι- Δημοτικοί Αστυνομικοί- , σε βάρος των οποίων σχηματίσθηκε δικογραφία –κατά περίπτωση- για εγκληματική οργάνωση, εκβίαση, δωροληψία υπαλλήλου, δωροδοκία υπαλλήλου και συνέργεια σε αυτή, πλαστογραφία, παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, παράβαση καθήκοντος, ψευδή βεβαίωση, για παραβάσεις των νομοθεσιών περί αθλητισμού, περί όπλων καθώς και του κώδικα μετανάστευσης. Στη δικογραφία περιλαμβάνονται επίσης
εννέα υπάλληλοι, οι οποίοι υποβοηθούσαν τους Δημοτικούς Αστυνομικούς χωρίς να έχουν διαρκή συμμετοχή στις παράνομες ενέργειές τους.
Όπως αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση, Δήμος Αθηναίων, «Αναφορικά με την εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης στην οποία συμμετείχαν δημοτικοί υπάλληλοι, με δράση τουλάχιστον από τον Ιανουάριο του 2023, ξεκαθαρίζουμε ότι η Δημοτική αρχή του Δήμου Αθηναίων επιδεικνύει μηδενική ανοχή σε φαινόμενα διαφθοράς και στη δράση εγκληματικών κυκλωμάτων. Γι’ αυτό, όλο το προηγούμενο διάστημα συνεργάστηκε με τις αρμόδιες αρχές και συνεχίζει να υποστηρίζει το έργο τους με όποιον τρόπο κρίνεται αναγκαίος για την ταχύτερη διαλεύκανση της υπόθεσης. Εξυπακούεται ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι υπάλληλοι τίθενται αμέσως σε αργία ενώ θα προχωρήσουν ταυτόχρονα όλες οι προβλεπόμενες διαδικασίες από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Δήμου».