“Ήταν μια συνομήλική μου με ολόκληρη τη ζωη μπροστά της, μια ζωή που δεν της χαρίστηκε αλλά που τη διεκδίκησε από νωρίς, μέχρι τη στιγμή που κάποιοι αποφάσισαν ότι δεν τρέχει τίποτα να υπάρχουν και μερικοί θάνατοι”

Δεκατρία χρόνια -πριν – στο υποκατάστημα της Marfin, στην οδό Σταδίου, κουκουλοφόροι προσέγγισα το υποκατάστημα της Marfin και το βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣ στην οδό Σταδίου,  απέρριψαν μολότοφ και προκάλεσαν φωτιά με τέσσερις νεκρούς 

Η -τότε – 35χρονη Παρασκευή Ζούλια, μαζί με την -τότε – 32χρονη έγκυο στον τέταρτο μήνα Αγγελική Παπαθανασοπούλου και τον επίσης -τότε- 36χρονο Επαμεινώνδα Τσάκαλη, ήταν τα θύματα, που εξακολουθούν να ζητούν δικαίωση, με τους δράστες να μην έχουν ακόμα προσδιορισμό ούτε ταυτοποίηση και καταδίκη, για τη δολοφονια με εμπρησμό που προκάλεσαν κατά την διάρκεια πορείας διαμαρτυρίας για το πρώτο Μνημόνιο, όταν κουκουλοφόροι πλησίασαν το υποκατάστημα, απέρριψαν μολότοφ και προκάλεσαν φωτιά.

Περιγράφει ο υφυπουργός Σύγχρονου Πολιτισμού Νικόλας Γιατρομανωλάκης με ανάρτησή του στα social media για το θύμα της φονικής εμπρόθετης δολοφονίας στη Marfin, συμφοιτήτριά του Παρασκευή Ζούλια

«Η Παρασκευή ήταν συμφοιτήτριά μου στο Πάντειο. Πέρναμε μαζί το Δέλτα Φαλήρου-Κηφησιά, εκείνη από το Μαρούσι, εγώ από το ΝΙΜΤΣ. Στο πανεπιστήμιο δεν είχα πολλούς φίλους γιατί παράλληλα εργαζόμουν στο ΕΛΙΑΜΕΠ και έτσι ήμουν μάλλον διεκπεραιωτικός με τα της σχολής. Η Παρασκευή και άλλη μια φίλη ήταν οι βασικοί μου συνδετικοί κρίκοι, μου έλεγαν αν έχανα τίποτα αξιόλογο από τις παραδόσεις και ενίοτε και κανένα κουτσομπολιό. Με την Παρασκευή μας συνέδεε και η Μήλος, καθώς περνούσαμε και οι δύο τα καλοκαίρια μας εκεί. Κάποια στιγμή η Παρασκευή μου είπε ότι έδωσε εξετάσεις για την Εθνική Τράπεζα και ότι πέρασε. Ενόσω σπούδαζε ακόμα, άρχισε να εργάζεται στην τράπεζα, αρχικά στο ταμείο και μετά, γάτα καθώς ήταν, άρχισε να αναλαμβάνει θέσεις με μεγαλύτερες ευθύνες.

Εγώ μετά την αποφοίτηση έφυγα για την Αμερική, η Παρασκευή συνέχισε στην Ελλάδα. Τα χρόνια πέρασαν, εγώ επέστρεψα, πού και πού άκουγα από την κοινή μας φίλη κάποια νέα της Παρασκευής, χαθήκαμε όμως. Πέντε χρόνια πριν άκουσα ξανά το όνομά της μετά από καιρό, όταν η ανοησία, η ιδεοληψία και το τυφλό μίσος κάποιων την σκότωσαν.

Ακόμα και τώρα κανείς δεν έχει τιμωρηθεί για αυτό το έγκλημα. Ακόμα και σήμερα ο θάνατος της Παρασκευής δεν βγάζει κανένα απολύτως νόημα. Ήταν μια έξυπνη, χαμογελαστή, συμπαθητική και ευγενική κοπέλα, η οποία πλήρωσε με τη ζωή της αμαρτίες άλλων, γιατί έκανε το φοβερό ατόπημα να δουλεύει σε μια τράπεζα. Ήταν μια συνομήλική μου με ολόκληρη τη ζωη μπροστά της, μια ζωή που δεν της χαρίστηκε αλλά που τη διεκδίκησε από νωρίς, μέχρι τη στιγμή που κάποιοι αποφάσισαν ότι δεν τρέχει τίποτα να υπάρχουν και μερικοί θάνατοι προκειμένου εκείνοι να εκφράσουν την “ιερή τους αγανάκτηση” που όλα τα δικαιολογεί και όλα τα ξεπλένει.

Όσο δεν αντιδρούμε σε όλα αυτά, όσο ανεκτικότεροι γινόμαστε, τόσο πιο διάπλατα ανοίγουμε τις πόρτες έτσι ώστε η ιστορία της Marfin να επαναληφθεί. Για την Παρασκευή και την οικογένειά της δεν μπορώ να κάνω και πολλά, για την ακρίβεια δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Όμως η ασφυξία που νιώθω κάθε φορά που τη θυμαμαι έχει κάνει πολλά για μένα».