ΕΔΔΑ: Επιδίκασε αποζημίωση στην ελληνική κυβέρνηση- Με προσφυγή πολίτη, παρέμεινε στη φυλακή δύο χρόνια και αθωώθηκε

Καταπέλτης για τις δικαστικές καθυστερήσεις στην Ελλάδα είναι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ),  μετά από προσφυγή πολίτη ο οποίος συνελήφθη, καταδικάστηκε σε πρώτοι βαθμό και αθωώθηκε αμετάκλητα στο Εφετείο

Με προσφυγή του πολίτης, κατήγγειλε ότι παρέμεινε υπόδικος κατηγορούμενος για καλλιέργεια κάνναβης. Παρέμεινε προφυλακισμένος για διάστημα δύο ετών, η συνολική διαδικασία μέχρι την εκδίκαση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο διήρκεσε 5 χρόνια και 9 μήνες.

Ο προσφεύγων, καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό σε 18 χρόνια κάθειρξη και χρηματική ποινή €300.000. Παρέμεινε στην φυλακή για δύο έτη. Με άσκηση Έφεσης αθωώθηκε στο δεύτερο βαθμό και η απόφαση κατέστη αμετάκλητη μετά από αναίρεση του Εισαγγελέα η οποία απορρίφθηκε.

Όπως αναφέρεται, άσκησε δύο αιτήσεις για αποζημίωση λόγω της προφυλάκισης οι οποίες απορρίφθηκαν ως απαράδεκτες. Η πρώτη επειδή ασκήθηκε πριν η απόφαση καταστεί αμετάκλητη και η δεύτερη επειδή ασκήθηκε εκπρόθεσμα.

Για το χρονικό της υπόθεσης, ο προσφεύγων μίσθωνε το οικόπεδο στο οποίο κατασχέθηκε η φυτεία κάνναβης. Κατά την προανάκριση από την αστυνομία ο προσφεύγων εξετάστηκε ως μάρτυρα και στη συνέχεια καταδικάστηκε για το αδίκημα της καλλιέργειας κάνναβης.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι «ακόμη και μετά την αφαίρεση από τη συνολική διάρκεια της διαδικασίας (πέντε έτη και εννέα μήνες) της συνολικής καθυστέρησης δύο ετών και δύο μηνών που δεν μπορεί να αποδοθεί στις αρχές, η διάρκεια της διαδικασίας δεν μπορούσε να θεωρηθεί λογική. Επιπλέον, δεν υπήρχε καμία ένδειξη ότι το δικαστήριο διερεύνησε πιθανούς τρόπους για να συντομεύσει τις καθυστερήσεις λόγω αναβολών, εξετάζοντας εάν οι περιστάσεις και οι λόγοι των αναβολών θα επέτρεπαν προγενέστερη ημερομηνία».

Κατά την άποψη, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, «η εξέταση της υπόθεσης, στο σύνολό της και σε σχέση με τις ιδιαίτερες περιστάσεις, έδειξε ότι ο τρόπος με τον οποίο οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας σχετικά με τις διαδικαστικές προϋποθέσεις για την υποβολή αίτησης αποζημίωσης όπως εφαρμόστηκε ισοδυναμούσαν με υπερβολικό φορμαλισμό. Δεν μπορεί να θεωρηθεί εύλογο να αναμένεται από τον προσφεύγοντα να έχει υποβάλει το αίτημα αποζημίωσής του εντός της απαιτούμενης προθεσμίας, λόγω της έλλειψης προβλεψιμότητας της σχετικής διαδικασίας που συνδέεται με την απόφαση αναβολής της διαδικασίας και η μετέπειτα συμπεριφορά του δικαστηρίου. Οι δικονομικοί κανόνες έπαυσαν έτσι να εξυπηρετούν τους σκοπούς της ασφάλειας δικαίου και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης και αποτελούσαν εμπόδιο που εμπόδιζε τον διάδικο να προσδιορίσει την υπόθεσή του επί της ουσίας».

Και επισημαίνει πως «ο τρόπος με τον οποίο οι αιτήσεις αποζημίωσης του προσφεύγοντος κηρύχθηκαν απαράδεκτες, εμποδίστηκε να εξεταστεί η απαίτησή του για αποζημίωση και συνιστούσε δυσανάλογη επιβάρυνση που βλάπτει την ίδια την ουσία του δικαιώματος σε πρόσβασης σε δικαστήριο».

______________________

* echrcaselaw.com