Με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα της αιματηρής καταδίωξης από αστυνομικούς στο Πέραμα και τα ερωτήματα που έχουν ανακύψει για την επιχειρησιακή λειτουργία σε σχετικές καταστάσεις, επαναφέρεται με τον πιο επίκαιρο τρόπο στον δημόσιο διάλογο η άμεση αναγκαιότητα εγκατάστασης και λειτουργίας καμερών σώματος (body-worn cameras) στις δυνάμεις της Ελληνικής Αστυνομίας.
Είναι γνωστό ότι οι ενσωματωμένες μικροκάμερες στις στολές των αστυνομικών αποτελούν τεχνολογία ευρέως αποδεκτή στις αστυνομίες πολλών κρατών στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Ενδεικτικά, στη Γερμανία κάθε αστυνομικός που συμμετέχει σε υπηρεσία περιπολίας υποχρεούται να εξοπλίζεται με κάμερα σώματος. Από επίσημα στοιχεία προκύπτει ότι η ομοσπονδιακή αστυνομία μέχρι το τέλος του 2021 θα έχει προμηθευτεί πάνω από 3.000 κάμερες σώματος. Στη Μεγάλη Βρετανία οι φορητές κάμερες χρησιμοποιούνται τόσο από αστυνομικούς συνήθους περιπολίας όσο και από ειδικές μονάδες μέτρων αποκατάστασης τάξης. Ο χρήστης αστυνομικός μετά τη λήξη της υπηρεσίας του οφείλει να συνδέσει την κάμερα σε ειδική συσκευή αντιγραφής, ώστε όλο το υλικό που έχει καταγραφεί να μεταφερθεί σε σκληρό δίσκο. Εκτός αυτών, ήδη από το 1990 σε διάφορες αστυνομίες των ΗΠΑ έχουν τοποθετηθεί κάμερες στο ταμπλό των περιπολικών οχημάτων (in-car video cameras) και βέβαια είναι πολύ οικεία σε όλους μας η εικόνα των Αμερικανών αστυνομικών, που ως βασικό επιχειρησιακό εξοπλισμό φέρουν κάμερα στις στολές τους.
Στην Ελλάδα το θεσμικό πλαίσιο υπάρχει, καθώς ύστερα από 11 χρόνια αδρανούς και μάλλον ανασφαλούς αναμονής, από τον ν.3917/2011 με τον οποίο προβλεπόταν η χρήση συστημάτων επιτήρησης ήχου και εικόνας, μόλις πρόσφατα εκδόθηκε το ΠΔ 75/2020 με το οποίο εξειδικεύτηκαν οι προϋποθέσεις λειτουργίας τους. Πλέον η ΕΛ.ΑΣ. μπορεί νομίμως να κάνει χρήση των συστημάτων επιτήρησης για την αποτροπή, καταστολή και απόδειξη τέλεσης συγκεκριμένων αξιόποινων πράξεων που προβλέπονται στον Ποινικό Κώδικα. Η χρήση των καμερών επιτρέπεται μόνο όταν τα παραπάνω δεν μπορούν να επιτευχθούν με άλλα ηπιότερα μέσα και όταν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ότι τελούνται ή πρόκειται να τελεσθούν στον συγκεκριμένο χώρο ποινικά αδικήματα. Επαρκείς ενδείξεις συντρέχουν όταν υπάρχουν πραγματικά στοιχεία ή εμπειρικά δεδομένα ή μαρτυρίες ή πληροφορίες ή στατιστικά και βάσει αυτών σχηματίζεται η εύλογη πεποίθηση ότι απειλούνται σοβαροί κίνδυνοι για τη δημόσια ασφάλεια.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η τεχνολογία επιβάλλει ένα νέο μοντέλο αστυνόμευσης. Είναι προφανές και αδιαμφισβήτητο ότι η χρήση καμερών αποσκοπεί στην ακριβή αποτύπωση των πραγματικών περιστατικών και εξασφαλίζει μια αντικειμενική και ψύχραιμη ερμηνεία των διαδραματισθέντων. Το τι ακριβώς εξελίσσεται στο πεδίο, ποιες είναι οι αντιδράσεις αλληλεπίδρασης, ποιες οι κινήσεις, οι συμπεριφορές και ο τρόπος που γίνονται αντιληπτές από τον αστυνομικό, τα χρονικά περιθώρια και τα ηχητικά ντοκουμέντα αποτελούν ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο αυθεντικής κατανόησης της πραγματικότητας, χωρίς να απαιτούνται αόριστες εκτιμήσεις ή και ατεκμηρίωτες εικασίες που χρωματίζονται ανάλογα με την υποκειμενική κρίση και τοποθέτηση καθενός. Και είναι επίσης προφανές ότι η χρήση της κάμερας κατά τη διάρκεια της εξέλιξης μιας αστυνομικής επιχείρησης διασφαλίζει την τήρηση των αρχών της νομιμότητας, της διαφάνειας, της ακεραιότητας και της λογοδοσίας.
Το νομικό οπλοστάσιο της χώρας μάς προσφέρει τη δυνατότητα να γνωρίζουμε με πληρότητα τα συμβάντα, να τα αξιολογούμε και να αποδίδουμε τις ευθύνες με δίκαιο και απόλυτο τρόπο. Αυτό το καθήκον βαρύνει κάθε ευνομούμενη πολιτεία και κάθε ευκαιρία που χάνεται αποτελεί πλήγμα στην έννοια της δημοκρατικής λειτουργίας μας.
Είναι βέβαια γνωστό ότι κατά καιρούς έχουν ακουστεί επιφυλάξεις για την περιφρούρηση των δικαιωμάτων των πολιτών από τυχόν παράνομη επεξεργασία των προσωπικών τους δεδομένων, αλλά μια τέτοια άποψη παραγνωρίζει ότι ως προϋπόθεση λειτουργίας των συστημάτων επιτήρησης τίθεται και εφαρμόζεται η αρχή της αναγκαιότητας και της προσφορότητας ως εκφάνσεων της αρχής της αναλογικότητας. Εξάλλου, ρητά προβλέπεται ότι τόσο οι ουσιαστικές όσο και οι διαδικαστικές προϋποθέσεις επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα απολαμβάνουν ρητές εγγυήσεις της δικαστικής αρχής διά της έγκρισης των σχετικών αποφάσεων της ΕΛ.ΑΣ.
Και ενώ η νομοθετική βούληση έχει εκφραστεί, δυστυχώς η ΕΛ.ΑΣ. έχει στην παρούσα φάση μονάχα 20 κάμερες χειρός και 20 κάμερες σώματος. Μοιάζει σαν αστείο αν δεν ήταν πραγματικό. Αν ο χαμός ενός ανθρώπου είναι ένα ματωμένο καρφί στην κοινωνία μας, τότε δεν έχουμε άλλον εφικτό δρόμο παρά να θέσουμε το δάκτυλό μας επί τον τύπον των ήλων και να αντικρίσουμε κατάματα την αλήθεια. Ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι η κάμερα καταγράφει την αλήθεια. Και οι αλήθειες ουδέποτε είναι σχετικές. Αυτό που είναι σχετικό είναι οι απόψεις για την αλήθεια.
__________________________
* Του Γιώργου Π. Κουντούρη, δικηγόρος, ειδικός νομικός σύμβουλος ΕΛ.ΑΣ. για την προστασία των ΔΠΧ (Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα), “Καθημερινή“