Εφετείο Αθηνών: Αθώωση άκουσαν δυο πρώην Ειδικοί Φρουροί κατηγορούμενοι για υποβολή πλαστού απολυτηρίου

Εκδικαστηκε σε δεύτερο βαθμό στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, πρώην Ειδικός Φρουρός καθώς διαπιστώθηκε ότι είχε υποβάλει πλαστό απολυτήριο για την πρόσληψή του στο Δημόσιο

Αθώος κρίθηκε (21/04) από το Β’ Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, 41χρονος πρώην Ειδικός Φρουρός ο οποίος διαπιστώθηκε ότι είχε υποβάλει πλαστό απολυτήριο για την πρόσληψή του και παραπέμφθηκε για τα αδικήματα της πλαστογραφίας μετά χρήσεως, από την οποία ο υπαίτιος σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του περιουσιακό όφελος, βλάπτοντας το Δημόσιο στο ποσό των €120.000,00 καθώς και για διάπραξη κακουργηματικής απάτης. Πρωτόδικα είχε κριθεί ένοχος και του είχε επιβληθεί συνολική ποινή κάθειρξης 15 ετών.

Το Β’ Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, κάνοντας δεκτούς τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του συνηγόρου υπεράσπισης, ποινικολόγου Στέλιου Κιουρτζή, μετέτρεψε την κατηγορία της πλαστογραφίας σε πλημμέλημα και έπαυσε οριστικά η ποινική δίωξη λόγω παραγραφής, ενώ τον έκρινε αθώο για την απάτη.

ΤοΔικαστήριο λαμβάνοντας υπ’ όψιν νομολογία του Αρείου Πάγου έκρινε ότι δεν υπήρξε ζημία του Δημοσίου, αφού ο 41χρονος προσέφερε υπηρεσίες ως εργαζόμενος, ωφέλιμες για το Δημόσιο και συνεπώς τα χρήματα που έλαβε- ο μισθός του- ήταν οι νόμιμες απολαβές του.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο πρώην Ειδικός Φρουρός είχε προσληφθεί το 2003,  και είχε τοποθετηθεί σε Υπηρεσία στη Βουλή των Ελλήνων. Κατά τον έλεγχο που έγινε στα έγγραφα που είχε προσκομίσει για την πρόσληψή του, διαπιστώθηκε ότι το απολυτήριο Λυκείου που περιλαμβάνονταν στους φακέλους του ήταν πλαστό.

Τον Μάρτιο του 2016, ο πρώην Ειδικός Φρουρός κλήθηκε σε απολογία ενώπιον της Ειδικής Ανακρίτριας Αθηνών, η οποία χειρίζεται την υπόθεση, αρνούμενος τις κατηγορίες ενώ υποστήριξε ότι για την προκήρυξη είχε  καταθέσει έγγραφα, ενώ εκκρεμούσε η κατάθεση του απολυτηρίου εγκύκλιων σπουδών του.

Με την ίδια κατηγορία είχε παραπεμφθεί και 43χρονος πρώην Ειδικός Φρουρός, ο οποίος είχε επίσης αθωωθεί σε άλλο Δικαστήριο.

Οι δύο κατηγορούμενοι είχαν υποστηρίξει ότι δεν είχε διαπραχθεί το αδίκημα της κατάχρησης του δημόσιου χρήματος – ποσού €450.000, που είχαν εισπράξει για τους μισθούς τους- καθώς τα χρήματα αυτά τα είχαν λάβει ως δεδουλευμένα, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους από το 2003 έως το 2016, οπότε και απολύθηκαν. Επεσήμαναν επίσης ότι στη σειρά τους, δεν υπήρχαν επιλαχόντες για τις θέσεις τους, και είχε επισημανθεί μεταξύ άλλων ότι επρόκειτο για πλαστογραφία πιστοποιητικού  δηλαδή κατηγορία σε βαθμό πλημμελήματος, η οποία έχει παραγραφεί.