Αυτές οι Βουλγάρες εξαπατούσαν κι εκβίαζαν ηλικιωμένους- Διάταξη Δημοσιοποίησης εξέδωσε η Εισαγγελία Πειραιά

Με Διάταξης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά, τα στοιχεία ταυτότητας και οι φωτογραφίες δύο γυναικών από τη Βουλγαρία, ως μέλη εγκληματικής οργάνωσης που εξαπατούσε και εκβίαζε ηλικιωμένους

Εξαρθρώθηκε, από την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Πειραιά, εγκληματική οργάνωση που προέβαινε σε απάτες και εκβιάσεις μέσω τηλεφωνικών κλήσεων σε βάρος ηλικιωμένων ατόμων στους Νομούς Αττικής, Αχαΐας, Μεσσηνίας, Χαλκιδικής και Θεσσαλονίκης.

Στο πλαίσιο προανακριτικής έρευνας ταυτοποιήθηκαν δώδεκα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, σε βάρος των οποίων σχηματίστηκε δικογραφία για εγκληματική οργάνωση, εκβίαση και απάτη. Στο πλαίσιο αστυνομικής επιχείρησης συνελήφθησαν στο Μεταξουργείο, δύο Βουλγάρες ηλικίας 67 και 54 ετών.

Πρόκειται για τις:

(δεξιά) KOLEVA (επ.) RADKA (ον.) του YORDANOVA και της YOVA , γεννηθείσα την 23-8-1968 στη Βουλγαρία.

(αριστερά) RADEVA (επ.) IVANKA (ον.) του RADEVA και της VERA , γεννηθείσα την 6-5-1955 στη Βουλγαρία,

Από τη μέχρι στιγμής αστυνομική προανακριτική έρευνα, έχουν εξιχνιαστεί 21 περιπτώσεις απάτης κι εκβίασης, με το παράνομο περιουσιακό όφελος που αποκόμισαν τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, από τις εξιχνιασμένες περιπτώσεις ανέρχεται στις €300.000 .

Οι Βούλγαροι με δράση ως μέλη δομημένης εγκληματικής οργάνωσης, με έδρα χώρους σε οικήματα σε πόλη της Βουλγαρίας, είχαν στήσει «επιχειρησιακό τηλεφωνικό κέντρο», και προέβαιναν σε συνεχείς τηλεφωνικές κλήσεις σε σταθερά τηλέφωνα ηλικιωμένων ατόμων σε περιοχές της ελληνικής επικράτειας .

Με διαφορετικές προφάσεις, εκβίαζαν τα θύματα ώστε να παραδώσουν χρηματικά ποσά σε άλλα μέλη της οργάνωσης που ανέμεναν στην περιοχή κλήσης. Οι ισχυρισμοί που παρέθεταν στις τηλεφωνικές κλήσεις, για να τραβήξουν την προσοχή των ηλικιωμένων θυμάτων και να τους προκαλέσουν συναισθηματική αναστάτωση – όπως έχουν αναφέρει τα θύματα- ήταν μεταξύ αλλων:

  • τραυματισμός συγγενικού προσώπου τους σε τροχαίο ατύχημα και άμεση ανάγκη να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση,

Μέλος της εγκληματικής οργάνωσης, σε τηλεφωνική κλήση, υποδύονταν το γιατρό που απαιτούσε την καταβολή χρημάτων για να προχωρήσει στην χειρουργική επέμβαση που δήθεν έχρηζε το τραυματισμένο συγγενικό τους πρόσωπο.

  • εμπλοκή και υπαιτιότητα συγγενικού προσώπου τους σε τροχαίο ατύχημα και επικείμενη σύλληψη του, καθώς και εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών σε βάρος του από συγγενείς του θύματος

Μέλος της εγκληματικής οργάνωσης, σε τηλεφωνική κλήση, προσποιούνταν τον αστυνομικό που ζητούσε επίμονα χρήματα για να μην ασκηθεί ποινική δίωξη στο συγγενικό τους πρόσωπο που προκάλεσε το τροχαίο ατύχημα, αλλά και για να διαφυλάξει τη σωματική του ακεραιότητα από τους τάχα εξαγριωμένους συγγενείς του τραυματία.

Όπως διακριβώθηκε στο τρόπο δράστης των Βούλγαρων απατεώνων, σε κάθε τηλεφωνική επικοινωνία που πραγματοποιούσαν, συμμετείχαν τρία μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, με διακριτούς ρόλους και αρμοδιότητες:

  • ένα μέλος επικοινωνούσε τηλεφωνικά με τον ηλικιωμένο παριστάνοντας, είτε το γιατρό, είτε τον αστυνομικό,
  • δεύτερο μέλος έπαιζε το ρόλο του συγγενικού προσώπου, κλαίγοντας και ζητώντας βοήθεια στο πλαίσιο της υφιστάμενης τηλεφωνικής επικοινωνίας και
  • τρίτο μέλος επικοινωνούσε με τα μέλη της οργάνωσης, αναφερόμενα ως «εισπράκτορες», δίνοντας τους οδηγίες για τα σημεία που θα μεταβούν, προκειμένου να παραλάβουν τα χρηματικά ποσά από τα θύματα
  • άλλα μέλη καλούσαν στα κινητά τηλέφωνα των θυμάτων, τα οποία είχε φροντίσει να αποσπάσει το πρώτο μέλος, με σκοπό να είναι διαρκώς κατειλημμένα, ώστε να αποτραπεί η κλήση εκ μέρους των θυμάτων στα συγγενικά πρόσωπα για να διασταυρώσουν αν ισχύουν τα όσα τους ανέφεραν στις κλήσεις που πραγματοποιούσαν, και για να αποφύγουν ενδεχόμενη τυχαία κλήση προς τούς οικείους τους που πιθανόν θα τους υποψίαζε.

Τα μέλη της οργάνωσης που βρίσκονταν στη Βουλγαρία στρατολογούσαν τα μέλη «εισπράκτορες» μέσω παραπλανητικών αγγελιών που αναρτούσαν σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, εντάσσοντας τους στη συνέχεια στην οργάνωση με ρόλο παραλαβής χρημάτων από τους ηλικιωμένους. Οι «εισπράκτορες» μετά την παραλαβή των χρημάτων και χρυσαφικών, τα προωθούσαν στη Βουλγαρίας, είτε μεταφέροντας τα οδικώς, είτε αποστέλλοντας τα, ως ασυνόδευτα σε δρομολόγια λεωφορείων.

Οι τηλεφωνικές συνδέσεις που χρησιμοποιούσαν ήταν εταιρειών άλλων χωρών με σκοπό να μην μπορούν να τους ταυτοποιήσουν οι Αρχές, ενώ, μετά την ολοκλήρωση της εκάστοτε απάτης-εκβίασης, καταργούσαν τις συνδέσεις  και τις αντικαθιστούσαν με νέες.

Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις οικίες των συλληφθέντων κατασχέθηκαν, έξι κινητά τηλέφωνα και κάρτες SIM , χειρόγραφες σημειώσεις με τοποθεσίες, ημερομηνίες και ποσά, αποδείξεις εταιρειών μεταφοράς χρημάτων με προορισμό τη Βουλγαρία και το χρηματικό ποσό των €400.

Όως σημειώνεται στην αστυνομική ανακοίνωση, «η Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Πειραιά έχει προβεί στις απαραίτητες ενέργειες και έχει αναπτύξει συνεργασία με αρμόδιες αρχές για τη σύλληψη των μελών που διαφεύγουν στη Βουλγαρία».