«Απευθύνομαι σε εσάς για να ζητήσω την προσωπική σας παρέμβαση για θέμα που “στοιχειώνει” τον Αστυνομικό συνδικαλισμό, κοντά 30χρόνια»

Ανοιχτή επιστολή του πρώην προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών με αποδέκτη τον Πρωθυπουργό, αναφορικά με υπόθεση δύο συνδικαλιστών της ΕΛΑΣ

Όπως παραθέτει ο ε.α της ΕΛΑΣ και πρώην συνδικαλιστής στην ανοιχτή επιστολή που υπογράφει, απευθυνόμενος στον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, «Απευθύνομαι σε εσάς με την ιδιότητα του πρώην Προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών (Π.Ο.ΑΣ.Υ), παραμονές της μεγάλης γιορτής της Χριστιανοσύνης, της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου, της Παναγιάς μας, για να ζητήσω την προσωπική σας παρέμβαση για ένα θέμα που “στοιχειώνει” το χώρο του Αστυνομικού συνδικαλισμού, κοντά τώρα τριάντα χρόνια.

Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αδικία που συντελέσθηκε και εξακολουθεί να υφίσταται σε βάρος δύο συναδέλφων μας, πρωτοπόρων του Αστυνομικού συνδικαλισμού.
Οι προσπάθειες εγκαθίδρυσης του συνδικαλισμού στο χώρο της ΕΛ.ΑΣ ξεκίνησαν την περίοδο 1988-1989, με την εμφάνιση των πρώτων συνδικαλιστικών Ενώσεων.-Οι πρωτοπόροι-πρωτεργάτες εκείνου του τολμηρού για την εποχή εγχειρήματος, διώχθηκαν μετά μανίας, με αποσπάσεις-μεταθέσεις-αργίες κ.λπ με τρείς (3) απ αυτούς, εκ των οποίων ο ένας δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή, να αποτάσσονται του Σώματος, εξ αιτίας της συνδικαλιστικής τους δράσης που ανέπτυξαν.
-Η επίσημη πολιτεία τελικά το 1994 θεσμοθέτησε και νομιμοποίησε τη συνδικαλιστική δράση με το Νόμο 2265/1994. Ο Νόμος αυτός έδωσε το δικαίωμα στους εν ενεργεία ευρισκομένους συνδικαλιστές Αστυνομικούς, να προσφύγουν στα Πειθαρχικά Συμβούλια του Σώματος, ζητώντας επανέλεγχο των πειθαρχικών σε βάρος τους υποθέσεων, πράγμα που έκαναν και δικαιώθηκαν. Ο Νόμος όμως, παρέλειψε όμοια πρόβλεψη για τους εκτός ενέργειας ευρισκομένους τη στιγμή ψήφισής του να μπορούν να προσφύγουν κι αυτοί για τον επανέλεγχο, των όμοιων με τους προηγούμενα αναφερθέντες εν ενεργεία συναδέλφους τους, ποινών.
Αυτή την καταφανέσταση άδικη κατά πάντα εξαίρεση, η Ομοσπονδία μας τη θεώρησε από τότε άδικη και καταχρηστική, το δε σχετικό αίτημα για την αποκατάσταση αυτών των τριών συναδέλφων αποτελούσε για χρόνια τότε το πάγιο αίτημά μας.
Το 2007 η επίσημη πολιτεία, αναγνωρίζοντας την ανάγκη όμοιας αντιμετώπισης των εν ενεργεία και αποστρατεία συνδικαλιστών μας, με το Νόμο 3554/2007, έδωσε το ίδιο δικαίωμα σ αυτά τα τρία στελέχη μας,
ήτοι: α. ΚΕΛΕΣΙΔΗ Ανέστη, Γενικό Γραμματέα Π.Ο.ΑΣ.Υ και Πρόεδρο της Ένωσης Αστυνομικών Θεσσαλονίκης, β. μακαρίτη πλέον ΣΥΓΚΟΥΝΗ Κων/νο, -τότε- Πρόεδρο της Ένωσης Κατωτέρων Αστυνομικών και γ. ΚΩΤΣΗ Ιωάννη Ταμία Ένωσης Κατωτέρων Αστυνομικών να προσφύγουν στα Πειθαρχικά Συμβούλια του Σώματος, για επανεξέταση των Πειθαρχικών τους Υποθέσεων, πράγμα που έκαναν. Στα Συμβούλια αυτά, κατερρίφθη η ποινή της απόταξης και των τριών. Ο συγκεκριμένος Νόμος προέβλεπε, πως ο εκτός υπηρεσίας χρόνος θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας.
Μετά την ευτυχή αυτή κατάληξη, τα αρμόδια Συμβούλια του Σώματος με αποφάσεις τους, χορήγησαν τις δικαιούμενες βαθμολογικές προαγωγές στους τρείς τότε συναδέλφους μας.-Και ενώ άπαντες αναμέναμε την πλήρη συνταξιοδοτική- οικονομική αποκατάσταση, αντ’ αυτών μετά παρέλευση χρόνου, κρίθηκε ότι ο Νόμος αυτός υπήρξε για την…”Διοικητική τακτοποίηση” και μόνο και δεν παράγει ασφαλιστικά δικαιώματα. Χωρίς ποτέ και κανείς αρμόδιος μέχρι και σήμερα να εξηγήσει ποιος είναι αυτός ο νόμος που προβλέπει κάτι τέτοιο. Αφήνοντάς την αίσθηση ότι οι υπηρεσιακοί παράγοντες, ερμήνευσαν κακώς το νόμο και τον ακύρωσαν στην ουσία του.
Δηλαδή σύμφωνα με την άποψη υπηρεσιακών τότε παραγόντων θεωρήθηκε, ότι ο Νόμος αυτός δεν παράγει συνταξιοδοτικά αποτελέσματα, κάτι που υπερβαίνει την κοινή ανθρώπινη λογική. Πως δηλαδή είναι δυνατόν να φέρεται κάποιος υπηρετήσας 34 επί παραδείγματι χρόνια, να έχει δικαιωθεί το Βαθμό του Αστυνομικού Δ/ντού και να συνταξιοδοτείται για τα 18 χρόνια με το Βαθμό του Υπαστυνόμου Β.
Τελευταία, επί υπουργίας του κ. ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗ είχε ξεκινήσει σε επίπεδο νομοτεχνικό, υπηρεσιακών παραγόντων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, επεξεργασία προώθησης νέας διάταξης- τροπολογίας για την αντιμετώπιση αυτής της αδικίας. Με το σημερινό Προεδρείο της Π.Ο.ΑΣ.Υ να συναινεί και να απαιτεί την αποκατάσταση τους. Δυστυχώς με την απομάκρυνση του κ. Χρυσοχοΐδη το όλο ζήτημα παραμένει στα “συρτάρια”.
Αυτό εξανάγκασε τον συνάδελφο ΚΕΛΕΣΙΔΗ Ανέστη να αποστείλει στον νυν Υπουργό Προστασίας του Πολίτη κ.ΘΕΟΔΩΡΙΚΑΚΟ την από 12 Ιανουαρίου 2022 επιστολή- υπόμνημα, ζητώντας την προώθηση σχετικής διάταξης- τροπολογίας, για την θετική αντιμετώπιση τελικά της υπόθεσης του.
Από τότε μέχρι και σήμερα από πλευράς του κ. Υπουργού δεν υπήρξε κάποια απάντηση- ενημέρωση στον ενδιαφερόμενο συνάδελφο.
Ειδικότερα:
Το όλο θέμα έχει απασχολήσει επίσης και απασχολεί έντονα και το ανώτατο συνδικαλιστικό όργανο των αποστράτων συναδέλφων των Σωμάτων Ασφαλείας (ΠΟΑΣΑ) . Στις εργασίες του πρόσφατου Πανελλαδικού Συνεδρίου ( 5/6-6-2022 ) έγινε ιδιαίτερη αναφορά και συμπεριλήφθηκε ως αίτημα στο σχετικό ψήφισμα «.

»Έχουμε να κάνουμε με τη μεγαλύτερη αδικία που συντελέσθηκε στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας διαχρονικά.-Αποτελεί ευθύνη της συντεταταγμένης πολιτείας μας, να αποδώσει το αποδεδειγμένο δίκαιο, στα δύο αυτά στελέχη μας που αδικήθηκαν και αδικούνται κατάφορα .
Αποτελεί χρέος όλων μας, η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας για το Αστυνομικό συνδικαλιστικό κίνημα.
Αποτελεί την… κάθαρση, απ’ την τραγωδία την οποία βιώνουν επί τριάντα τώρα χρόνια οι πρωτοπόροι μας», καταλήγει ο Χρήστος Φωτόπουλος, πρώην πρόεδρος Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών (ΠΟΑΣΥ).