1993: Μακελειό στη “Χρυσή Νύχτα”

Βίος και πολιτεία του Μιχάλη Μακρυγιάννη, που είναι στη φυλακή για πέντε δολοφονίες.

Ένας φουσκωμένος λογαριασμός και η άρνηση των υπευθύνων του κέντρου να τραγουδήσει η φίρμα του μαγαζιού ήταν αρκετά για να προκαλέσουν μακελειό τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1993 στις Τρεις Γέφυρες.  Ο 30χρονος Μιχάλης Μακρυγιάννης αιματοκύλησε τη «Χρυσή Νύχτα», αφήνοντας πίσω του δύο νεκρούς και δύο τραυματίες, προσθέτοντας ένα ακόμη φάκελο στο βαρύ ποινικό του μητρώο, που μετρούσε ήδη μια δολοφονία, τρεις αποδράσεις και μια ένοπλη ληστεία!
Η ώρα είχε πάει 6, όταν ο Μιχάλης Μακρυγιάννης ζήτησε να τραγουδήσει η Άννα – Μαρία. Όμως οι υπάλληλοι ήδη μάζευαν τα τραπέζια και έκλειναν ταμείο. Στην άρνηση του μετρ για την παραγγελιά, προστέθηκε και ο λογαριασμός που έφτασε την ίδια στιγμή στο τραπέζι και ο 30χρονος δραπέτης έγινε πυρ και μανία. Χωρίς να μιλήσει σε κανέναν, βγήκε έξω, πήρε από το αυτοκίνητο το 9άρι πιστόλι του και μπήκε αποφασισμένος.

Από το δολοφονικό του αμόκ δεν γλίτωσε ούτε ο 26χρονος φίλος του Αντώνης Δημητρόπουλος, ο οποίος προσπάθησε να τον συγκρατήσει! Έπεσε νεκρός δίπλα στον ταμία Στέλιο Χριστοδουλακη 43 χρόνων, που «πλήρωσε» πρώτος την ανεξέλεγκτη οργή του πιστολέρο, ο οποίος άδειασε το 9άρι, τραυματίζοντας ακόμη τον 32χρονο σερβιτόρο Θανάση Μαντά και τον βοηθό ταμία Θανάση Μάνθο 40 χρόνων. Ο δράστης μπήκε αμέσως στο αυτοκίνητο του. Τον ακολούθησαν ο αδελφός του νεκρού φίλου του, Χάρης Δημητρόπουλος 28 χρόνων -καθώς ήταν κι αυτός δραπέτης από τις φυλακές της Λάρισας- και οι δύο κοπέλες που διασκέδαζαν μαζί τους. Οι αστυνομικοί βρήκαν τα αποτυπώματα του Μιχάλη Μακρυγιάννη πάνω στο ποτήρι του και όταν έδειξαν τη φωτογραφία του στη νεαρή τραγουδίστρια, που είχε πάει για κατάθεση στο ΚΣΤ’ Αστυνομικό Τμήμα, πήραν καταφατική απάντηση. Η ταυτότητα του δολοφόνου είχε βρεθεί.
Μόλις στα 22 του χρόνια έκανε τον πρώτο του φόνο ο Μιχάλης Μακρυγιάννης. Ήταν 20 Δεκεμβρίου 1985, όταν πάνω σ’ ένα καβγά για μια σερβιτόρα, κάρφωσε το στιλέτο του στο λαιμό του 29χρονου θαμώνα Αναστάσιου Βαλταδώρου, σε ένα μπαρ στα Τρίκαλα. Καταδικάστηκε σε κάθειρξη 23 ετών, αλλά στις 5 Οκτωβρίου 1990 απέδρασε από την μεταγωγική κλούβα, ενώ μεταφερόταν στα δικαστήρια της Ευελπίδων.

Όταν στις 18 Ιουλίου 1991 έγινε ληστεία στην Εθνική τράπεζα Σερβίων Κοζάνης, απ’ όπου οι δράστες άρπαξαν οκτώ εκατομμύρια δραχμές και τραυμάτισαν στα πόδια έναν πελάτη, η Αστυνομία ανακοίνωσε ότι δράστες ήταν ο Μακρυγιάννης, οι αδελφοί Παλαιοκώστα, ο Κώστας Σαμαράς και ο Χάρης Δημητρόπουλος.
Μετά το μακελειό στη «Χρυσή Νύχτα» ο 30χρονος καταζητούμενος από τη Γελάνθη Καρδίτσας έμπλεξε σε άλλους δύο φόνους. Παραμονές Χριστουγέννων του 1993 πυροβόλησε στα πόδια την 32χρονη τραγουδίστρια Αγγελική Τσενεμπή, επειδή του είπε ότι «εάν την ρωτούσε η Αστυνομία, θα έλεγε την αλήθεια, αηδιασμένη από τα εγκλήματα του». Η άτυχη γυναίκα υπέκυψε μετά από τρίμηνη μάχη με το θάνατο, σε νοσοκομείο του Καναδά.
Την Πρωταπριλιά του 1994 οι αστυνομικοί «στρίμωξαν» τον Μακρυγιάννη στην οδό Ανατολικής Ρωμυλίας στην Πετρούπολη, όπου είχαν εντοπίσει την κλεμμένη “Mercedes” με την οποία κυκλοφορούσε, αλλά εκείνος κατάφερε να ξεφύγει πυροβολώντας εναντίον τους. Αποφάσισε τότε να πάρει εκδίκηση από τον άνθρωπο, που, όπως πίστευε, τον είχε «δώσει» στην Ασφάλεια, τον ταχυδρομικό διανομέα Ηλία Λιάβα 42 χρόνων. Έξι μήνες αργότερα, μαζί με τον 46χρονο φίλο του Κώστα Τέγα τον σκότωσε στα Λεγραινά.

Στις 20 Δεκεμβρίου 1994 ο δραπέτης συνελήφθη μετά από γιγαντιαία επιχείρηση στο κρησφύγετό του στην Γαλάζια Ακτή στο Λαγονήσι. Μαζί του ήταν και ο Θεοχάρης Τεμπερεκιδης 41 χρόνων, ο οποίος, σύμφωνα με την Αστυνομία, τον προμήθευε με όπλα και κλεμμένα αυτοκίνητα. Ως μέλος της σπείρας Σαμαρα – Παλαιοκωστα, κατηγορήθηκε για άλλες τέσσερις ληστείες τραπεζών και μια απόπειρα. Ο ίδιος ομολόγησε μόνο το φονικό στη «Χρυσή Νύχτα», υποστηρίζοντας ότι ήταν μεθυσμένος.
Τα επόμενα χρόνια πηγαινοερχόταν στα δικαστήρια, «μαζεύοντας» ισόβιες και πολυετείς καθείρξεις, για τις δολοφονίες της Τσενεμπή και του Λιάβα και για άλλα αδικήματα, που κάλυπταν το… μισό ποινικό κώδικα! Ο «μακελάρης», όπως τον χαρακτήριζε η Αστυνομία, χρησιμοποιούσε το όπλο με όση ευκολία άνοιγε ένα κουτί μπίρας.

Την 1η Αυγούστου 2006 ο Μιχάλης Μακρυγιάννης κηρύχθηκε δραπέτης, καθώς δεν επέστρεψε στις φυλακές Αλικαρνασσού μετά από πενθήμερη άδεια. Η απόδρασή του θεωρήθηκε σκανδαλώδης, καθώς δεν ήταν η πρώτη, παρά το βαρύ ποινικό του παρελθόν. Μέχρι να συλληφθεί και πάλι στο Χαϊδάρι μαζί με τον «Ρομπέν των τραπεζών» Γιώργο Πολυδώρου, στις 17 Οκτωβρίου 2007, πρόλαβε να ληστέψει επτά υποκαταστήματα τραπεζών.
Ο διαβόητος κακοποιός άφησε εμβρόντητους τους δικαστές του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Λάρισας, όπου δικάστηκε τον Μάρτιο του 2008 για τη ληστεία στην Εθνική τράπεζα, όταν είπε στην απολογία του ότι οι ληστείες είναι κάτι εύκολο και το μόνο που χρειάζεται είναι η απόφαση. «Όπως εσείς πηγαίνετε στο καφενείο για να πιείτε τον καφέ σας, έτσι κι εγώ μπορώ να πάω σε μια τράπεζα και να τη ληστέψω», πρόσθεσε!

Τελικώς καταδικάστηκε σε κάθειρξη 21 ετών και 8 μηνών. Παρ’ όλ’ αυτά, τον Αύγουστο του 2012 πήρε και πάλι άδεια, την οποία παραβίασε. Τρεις μήνες αργότερα εντοπίστηκε σε ένα διαμέρισμα στην οδό Μαντώς Μαυρογένους στο Περιστέρι και συνελήφθη. H Ασφάλεια βρήκε, μεταξύ άλλων, ένα πιστόλι, 8.000 ευρώ και… 19 κινητά τηλέφωνα και του «χρέωσε» άλλες τέσσερις ληστείες τραπεζών στην επαρχία. Από τότε ο βαρυποινίτης παραμένει έγκλειστος στις φυλακές Χανίων και κάθε τόσο υποστηρίζει με επιστολές του ότι η δικαιοσύνη οφείλει να τον αποφυλακίσει.

_________________

* Νίκος Τσέφλιος, astinomiko.gr