Kυρώσεις για μη υποβολή δηλώσεων πόθεν έσχες

Ποινικές και διοικητικές κυρώσεις προβλέπονται για την μη υποβολή εμπρόθεσμα των δηλώσεων πόθεν έσχες από τους υπόχρεους κατά το νόμο, εκτός από τους δικαστικούς που έχουν προσφύγει ήδη στο Συμβούλιο της Επικρατείας και έχουν λάβει προσωρινά αναστολή για την εφαρμογή του νόμου έως ότου εκδοθεί η απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου.

Οπως επισημαίνεται από τη Γενική Γραμματεία κατά της Διαφθοράς οι διοικητικές κυρώσεις αφορούν περιπτώσεις που τυχόν υποβάλλουν εκπρόθεσμα τη δήλωση πόθεν έσχες με καθυστέρηση έως και ένα μήνα, ενώ από εκεί και πάνω οι παραβάσεις του νόμου για το πόθεν έσχες (καθυστερημένη υποβολή) επισύρουν ποινικές κυρώσεις.
Ειδικότερα, η Γενική Γραμματεία  κατά της Διαφθοράς αναφέρει ότι η προθεσμία  για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων πόθεν έσχες λήγει  στις 30 Ιουνίου: «Προς ενημέρωση των υποχρέων, υπενθυμίζεται ότι την 30ή Ιουνίου 2017 λήγει η προθεσμία για την υποβολή των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης και των Δηλώσεων Οικονομικών Συμφερόντων «ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ», που αφορούν  στη χρήση έτους 2015 και δεν θα δοθεί περαιτέρω παράταση.

Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται μόνον οι κατηγορίες υποχρέων, για τις οποίες έχουν εκδοθεί από το ΣτΕ αποφάσεις αναστολής (ήτοι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους) και σύμφωνα με το διατακτικό των σχετικών αποφάσεων αναστολής. Η εξαίρεση ισχύει μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί των αιτήσεων ακυρώσεως που έχουν συζητηθεί ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ.

Επισημαίνεται ακόμα ότι σύμφωνα με τη κείμενη νομοθεσία ελλείψεις ή ανακρίβειες υποβληθείσας Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης μπορούν να συμπληρωθούν από τον υπόχρεο αυθορμήτως εντός μηνός από την υποβολή της.

Επίσης, η υποβολή της άνω δήλωσης μετά την 30-6-2017 και εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών απ’ αυτήν επισύρει την επιβολή διοικητικού προστίμου.

Τέλος, σας γνωρίζουμε ότι η μη υποβολή δήλωσης μετά την πάροδο τριάντα (30) ημερών από την άνω καταληκτική προθεσμία της 30-6-2017 επιφέρει ποινικές κυρώσεις».

___________

* Ιωάννα Μανδρου, “Καθημερινή”