Γιάννης Πανούσης: Η επιστροφή

Ο καθηγητής Γιάννης Πανούσης πήρε πρόσκληση από τη Φώφη Γεννηματά για να παραστεί και να μιλήσει στο «συνέδριο» της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Θα μπορούσε να πάει, να εισπράξει το χειροκρότημα της αίθουσας και ενδεχομένως να είναι υποψήφιος για την ηγεσία του «νέου κόμματος της Κεντροαριστεράς» ,που αναγγέλλεται από καιρό. Το προφίλ του άλλωστε τον κατατάσσει στα «άσσετς» αυτού του χώρου – που θα έλεγε και ο Τσίπρας.

Ωστόσο ο Πανούσης, με την ακεραιότητα που διακρίνει τους χειρισμούς του στην πολιτική ακόμη και όταν φαίνονται ελιτίστικοι, βγήκε στο προσκήνιο με μια ηχηρή θέση που αμφισβητούσε κατ’ ουσία την νομιμοποιητική βάση αυτού του «συνέδριου» – από πολιτική και ιστορική άποψη.

Στις ημέρες που ακολούθησαν οι δημόσιες παρεμβάσεις του έδωσαν χαρακτηριστικά πολιτικής πλατφόρμας σ’ αυτή τη θέση, που βρίσκει ήδη ακροατήριο και συμπυκνώνεται στα εξής.

Πρώτον. Η διαχωριστική γραμμή Δεξιά – Αριστερά είναι υπαρκτή και οι δυνάμεις που κινούνται στον χώρο που εκφράσθηκε για δεκαετίες από το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα Παπανδρέου πρέπει να πάρουν θέση.

Δεύτερον. Ο κεντροαριστερός χώρος που κάλυπτε ως πριν από μερικά χρόνια το ΠΑΣΟΚ καλύπτεται σήμερα από τον ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά αν το δει κανείς από τη σκοπιά της μετεξέλιξής του. Εκ των πραγμάτων συνεπώς ο φυσικός ηγέτης αυτού του χώρου είναι ο Αλέξης Τσίπρας.

Τρίτον. Αυτός ο χώρος, έτσι όπως τον προσδιόρισε ο ίδιος, πρέπει να διαθέσει το προνόμιο της κυβερνησιμότητας και για να το διαμορφώσει βιώσιμο πρέπει να συμπράξουν το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού προχωρήσουν στις εσωτερικές αλλαγές που απαιτεί η συγκυρία και το μέλλον της χώρας στο ευρωπαϊκό περιβάλλον.

Πρακτικά ο πρώην υπουργός επανάφερε το ζητούμενο, εδώ και μερικές δεκαετίες, για σύμπτυξη του ΠΑΣΟΚ με τον χώρο που μετονομάζεται διαδοχικά ΚΚΕ Εσωτερικού – ΕΑΡ – ΣΥΡΙΖΑ. Η διαφορά σήμερα είναι ότι τα μεγέθη έχουν αντιστραφεί από τότε που ξεκίνησε αυτή η συζήτηση. Όπως έχουν αντιστραφεί και τα δεδομένα στα οποία θα παρέμβει αυτός ο χώρος. Δεν καλείται πλέον να εμπεδώσει την υπαρκτή ευημερία και τη διακυβέρνηση από τη Δημοκρατική παράταξη, αλλά να επαναφέρει τη χώρα στον δρόμο της ευημερίας με τη Δημοκρατική παράταξη. Ήτοι να καταθέσει πρόγραμμα εξόδου από την κρίση με αντιδεξιό πρόσημο και χωρίς τις ακρότητες και τους μαξιμαλισμούς στη ρητορική του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο πρώην υπουργός επανάφερε το ζητούμενο, εδώ και μερικές δεκαετίες, για σύμπτυξη του ΠΑΣΟΚ με τον χώρο που μετονομάζεται διαδοχικά ΚΚΕ Εσωτερικού – ΕΑΡ – ΣΥΡΙΖΑ
Αν θα μπορούσαμε να κάνουμε έναν ιστορικό παραλληλισμό θα λέγαμε: να ξαναπιάσουμε το νήμα από το 1974. Τότε ο Ανδρέας Παπανδρέου ίδρυσε ένα νέο ριζοσπαστικό κόμμα χωρίς τους «κεντρώους». Σήμερα πρέπει να δημιουργηθεί ένα αντίστοιχο κόμμα χωρίς τους «ακραίους» που βγήκαν στον προσκήνιο με τον ΣΥΡΙΖΑ και σταδιακά αποβάλλονται. Στην ουσία διακρίνεται αποστροφή προς την σύμπραξη με τον Καμμένο.

Με αυτές τις ιδέες ο Γιάννης Πανούσης αυτομάτως εντάσσεται στο ρετιρέ των θεωρητικών μιας πολιτικής αντίληψης, η οποία, παραδόξως, έχει καλλιεργηθεί περισσότερο στις γραμμές του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος παρά στην Ελλάδα: την ώθηση του Αλέξη Τσίπρα στον χώρο της ελληνικής Κεντροαριστεράς και της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας.

Η ιδέα αυτή προωθήθηκε ιδιαίτερα από τον Μάρτιν Σουλτς μέχρι που εγκατέλειψε το Στρασβούργο για να διεκδικήσει την καγκελαρία και κατά κάποιο τρόπο αποτελεί το «φωτεινό αντικείμενο του πόθου» των Ευρωσοσιαλιστών. Θέλουν να εκπροσωπούνται στην Ελλάδα από ένα μεγάλο κόμμα με επικεφαλής κάποιον με ισχυρή προσωπικότητα. Οι αντιδράσεις του ΠΑΣΟΚ επί Βενιζέλου και Γεννηματά δεν οδήγησαν σε υποχώρηση αυτής της επιδίωξης.

Ότι την παρουσιάζει σήμερα με περισσότερο συγκροτημένο και πολιτικό τρόπο ένας διανοούμενος που συνδύαζε πάντα την ακαδημαϊκή δράση, την πολιτική παρουσία και τον δημόσιο λόγο, ανανεώνει το ενδιαφέρον γι’ αυτή τη συζήτηση. Προφανώς λόγω της προγενέστερης σχέσης του με το ΣΥΡΙΖΑ – που στην ουσία δεν υπήρξε ποτέ.

Το 2015 δεν είχε καμία επαφή με τον Αλέξη Τσίπρα, όταν του τηλεφώνησε για να τον εντάξει στην πρώτη κυβέρνηση του. Έχοντας αποχωρήσει διακριτικά από την ενεργό πολιτική – διακόπτοντας με ευπρέπεια τη σχέση του με τη ΔΗΜΑΡ του Φώτη Κουβέλη με την οποία είχε εκλεγεί βουλευτής – δέχθηκε με τις πάγιες προϋποθέσεις της πολιτικής δράσης ανέκαθεν: αυτονομία στο πλαίσιο της συμφωνημένης πολιτικής, ελευθερία στην έκφραση γνώμης και δικαίωμα διαφοροποίησης, χωρίς ρήξη.

Βοηθούσης και της επιστημονικής του κατάρτισης ως εγκληματολόγου αναδείχθηκε σύντομα επιτυχημένος υπουργός Προστασίας του Πολίτη – αν και πολλοί θεωρούσαν φυσικό του χώρο το υπουργείο Παιδείας – ασκώντας λιτή διοίκηση, με εμπλουτισμένη αντίληψη για τον ρόλο και τη λειτουργία των υπηρεσιών που διεύθυνε.

Ο Γ. Πανούσης απείχε από ανούσιες αντεγκλήσεις, αλλά με την αρθρογραφία του επέκρινε την κομματική γραφειοκρατία που ακυρώνει ή δυσφημεί τις ιδέες της Αριστεράς
Η απόσταση του από τον κομματικό ΣΥΡΙΖΑ – αλλά όχι και η άγνοια για την πρακτική του καθώς τη γνώριζε από το Πανεπιστήμιο και υπήρξε και θύμα της στο παρελθόν – τον έφερε, παρότι ο Πρωθυπουργός τον κάλυπτε, σε δυσμένεια απέναντι σε ένα κομματικό σύστημα στο οποίο μετείχαν από τη Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τη Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Ορισμένες «υπηρεσιακές» παρεξηγήσεις και η φυσική του ροπή να αφήνει να πράγματα να εξελιχθούν χωρίς μεθοδεύσεις, οδήγησαν τον Αλέξη Τσίπρα στην επιλογή να τον εξαιρέσει από τη δεύτερη κυβέρνησή του, παρότι είχε γίνει συζήτηση να ορισθεί ακόμη και… αντιπρόεδρός της!

Απείχε από ανούσιες πολιτικές αντεγκλήσεις, αλλά με την αρθρογραφία και τις δημόσιες παρεμβάσεις του επέκρινε την κομματική γραφειοκρατία που στρεβλώνει την έννοια της αριστερής διακυβέρνησης και ακυρώνει ή δυσφημεί τις ιδέες της Αριστεράς, προκαλώντας το ενδιαφέρον για την αυστηρή στάση του, που είχε ωστόσο πάντα πολιτικά και ηθικά κριτήρια και ποτέ προσωπικά.

Αυτό το ενδιαφέρον κορυφώθηκε το τελευταίο διάστημα με τις θέσεις του για τον δρόμο που πρέπει να πάρει η σχέση Αριστεράς – Κεντροαριστεράς. Ότι μετά από καιρό η «Αυγή» του ζήτησε – και προέβαλε στην πρώτη σελίδα της – μια συνέντευξη του, μπορεί να ερμηνευθεί καλύτερα αν στα συμφραζόμενα βάλουμε τον τίτλο: η επιστροφή.

___________

* Του Γ. Λακόπουλου/ anoixtoiotizontes