Όσα υποστηρίζει ο 27άχρονος Βούλγαρος παιδοκτόνος, στο κατηγορητήριο που του αποδίδεται

Ομολόγησε προανακριτικά ενώπιον των Αστυνομικών-αρχικά- και στις Δικαστικές Αρχές στη συνέχεια, με κυνικότητα, το πώς “εξαφάνισε” τη σορό της 4άχρονης κόρης του, τα όσα αποτρόπαια διέπραξε, την παράνοια που δεν μπορεί ανθρώπινη λογική να αντιληφθεί,και χωρίς ίχνος ενοχής.  Δεν αποδέχθηκε ωστόσο ποτέ, ότι σκότωσε την 4άχρονη Αννυ, καθώς υποστήριξε ότι το ανήλικο κορίτσι.. “πέθανε”.

Ο 27άχρονος Βούλγαρος Stanislav Bakardzhiev, ο “Σάββας” όπως παρουσιάζε τον εαυτό του, σε όσους τον γνώριζαν, φέρεται να ισχυρίστηκε, πως «μόλις το παιδί πέθανε», θόλωσε. Φερεται επίσης να εχει υποστηρίξει «επειδή ήταν Πάσχα, ο Θεός θα το αναστήσει. Είχα τρελαθεί και νόμιζα ότι το παιδί θα ξαναζωντανέψει».

Σε άλλο σημείο ο Stanislav Bakardzhiev, κατά την προανακριτική απολογία του, αλλάζει -ξανά- την κατάθεσή του, και υποστηρίζει, «Αυτά που σας είπα μέχρι τώρα δεν είναι αλήθεια. Νιώθω την ανάγκη να (σας) πω ό,τι ακριβώς έγινε γιατί θέλω να το βγάλω από μέσα μου. Πριν τρεις μήνες περίπου νοικιάσαμε με τη Δήμητρα το διαμέρισμα στο υπόγειο στη Μιχαήλ Βόδα. Στις 20 Μαρτίου περίπου η Δήμητρα έφυγε για Γερμανία και κράτησα εγώ την κορούλα μας που την αγαπούσα πολύ. Μαζί περνούσαμε καλά και με ό,τι λεφτά είχα της έπαιρνα παιχνίδια και ρούχα. Ακόμη, αν και πίνω ναρκωτικά χρόνια, προτιμούσα να αγοράζω πράγματα γι’ αυτή. Απ’ όταν έφυγε η γυναίκα μου από το σπίτι, ήρθε στο σπίτι να τον φιλοξενήσω ένας φίλος μου από τη Βουλγαρία που τον λένε Νικολάι».

Οι Αστυνομικοί επιδεικνύουν στον 27άχρονο φωτογραφία από το διαδικτυακό λογαριασμό της Hdimitrina Borisova, από ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης. O Stanislav Bakardzhiev, αναγρωρίζει τη σύντροφό του και τον φίλο του, “Nickolai”, <Αυτός που είναι τέρμα δεξιά είναι ο Νικολάι, που σας είπα. Οι άλλοι δύο κάτι άλλοι Βούλγαροι. Δύο ή τρεις μέρες πριν τη Μεγάλη Παρασκευή, 9-4-2015, το παιδάκι μου ενώ κοιμόταν άρχισε να ανασαίνει βαριά και να φαίνεται σαν να έχει κάτι. Μάλιστα ο φίλος μου ο Νικολάι μού έλεγε ότι το παιδί είχε κάποιο πρόβλημα. Εγώ στην αρχή πίστεψα ότι δεν ήταν κάτι σοβαρό, αλλά επειδή συνέχισε να μην είναι καλά μέχρι και τη Μεγάλη Πέμπτη 8-4-2015, αποφάσισα το επόμενο πρωινό να το πάω στο νοσοκομείο> υποστηρίζει στην προανακριτική κατάθεση ο 27άχρονος, και συνεχίζει «Έπεσα για ύπνο το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, ενώ ο Νικολάι κοιμήθηκε στο διπλανό δωμάτιο. Η μικρή κοιμόταν στο δωμάτιο μαζί με εμένα. Εγώ με τον Νικολάι, το βράδυ της Πέμπτης, κοιμηθήκαμε κατά τις 3.00 το πρωί. Ξύπνησα κατά τις 11.30 με 12.00, γύρισα στην κορούλα μου, είδα ότι είχε μπλε χείλη και αμέσως κατάλαβα ότι κάτι κακό είχε συμβεί. Την κούνησα πιστεύοντας ότι θα ξυπνήσει, όμως το κορμάκι της ήταν σαν πέτρα. Τότε φοβήθηκα πολύ, δεν την ακούμπησα και την άφησα εκεί στον καναπέ μέχρι το βράδυ γιατί δεν ήξερα τι να κάνω. Ο Νικολάι δεν ήταν στο σπίτι. Είχε πάει στη δουλειά του. Οσο περνούσε η μέρα φοβόμουν όλο και πιο πολύ και σκεφτόμουν ότι αν το έλεγα στη Δήμητρα, που αγαπούσε και αυτή πάρα πολύ το παιδάκι μας, θα με κατηγορούσε που δεν το πρόσεξα για να το σώσω. Το πρωί του Σαββάτου ξύπνησα κατά τις 7.00 και αποφάσισα να κόψω το κορμάκι του σε μικρά κομμάτια. Αφού αποφάσισα να το κόψω σε μικρά κομματάκια, πήρα το κορμάκι του από τον καναπέ, το μετέφερα στο μπάνιο και το έβαλα μέσα σε μια πράσινη μεγάλη λεκάνη.

Πήγα στην κουζίνα, πήρα ένα μεγάλο μαχαίρι που είχα και επέστρεψα στο μπάνιο. Εκεί πρώτα έκοψα το κορμάκι της ακριβώς στη μέση, δηλαδή στα δύο. Αφού το έκοψα, πήρα μια άλλη λεκάνη και πήρα το κάτω μέρος του κορμιού της. Μετά πήρα τη λεκάνη με το κάτω μέρος του κορμιού της και το έβαλα στο χολ, πάνω σε μια κουβέρτα και ένα χαλί που είχα στρώσει στο δάπεδο. Εκεί έκοψα με το μαχαίρι τα ποδαράκια του παιδιού στο ύψος των αστραγάλων. Καθώς έκοβα τα πέλματα, λίγο πριν κοπούν εντελώς, τα τραβούσα για να ξεκολλήσουν και από αυτή την πίεση πεταγόταν αίμα και πιτσιλούσε τον τοίχο. Τα έκοψα και τα άφησα στη λεκάνη μαζί με τον άλλο κορμό.

Γύρισα στο μπάνιο και από τον πάνω κορμό, που ήταν μέσα στη λεκάνη που σας είπα, έκοψα τα δύο χεράκια στο ύψος των καρπών. Στη συνέχεια πήρα τις δύο παλάμες και τις δύο πατούσες και τις πήγα στο δωμάτιο που κοιμόμουν, τα ακούμπησα πάνω σε ένα χαλί γκρι και άρχισα με το μαχαίρι να τα κόβω σε πολύ μικρά κομματάκια. Αυτό το έκανα για να φαίνεται σαν κρέας ζώου. Οταν τελείωσα, τα έβαλα σε πολύ μικρές σακούλες και τα πήγα στο ψυγείο. Θέλω να σας πω ότι έβρασα ρύζι και το ανακάτευα μέσα στις σακούλες με το κρέας, για να μην μπορεί να καταλάβει κάποιος τι έχει μέσα.

Μετά γύρισα στο χολ, άνοιξα με το μαχαίρι το κρέας από τα πόδια, στο ύψος των μηρών, έβγαλα το κόκκαλο από μέσα και το έβαλα σε ξεχωριστή σακούλα. Εκεί στο χολ έκοψα το κρέας των δύο ποδιών σε μικρά κομματάκια, τα έβαλα σε ξεχωριστές σακούλες και τα έβαλα και αυτά στο ψυγείο μαζί με τα υπόλοιπα.

Τη λεκάνη της, επειδή δεν άντεχα να κόψω τα γεννητικά της όργανα, αναγκάστηκα να τη βάλω σε μια κατσαρόλα και να τη βράσω σε νερό. Αμέσως μετά ήταν πιο εύκολο να το κόψω γιατί ήταν βρασμένο και δεν είχε την εικόνα των γεννητικών οργάνων. Δεν θυμάμαι να πω ακριβώς, αλλά νομίζω ότι το βράδυ που έβαλα τη λεκάνη του κοριτσιού στην κατσαρόλα για να βράσει, πέρασε ο Νικολάι από το σπίτι για να μου αφήσει ναρκωτικά.

Εγώ προσπάθησα να τον διώξω από το σπίτι, λέγοντάς του ότι θα ερχόταν η μάνα μου, για να μην καταλάβει τι είχε γίνει. Αυτός όμως είδε την κατσαρόλα να βράζει στην κουζίνα και με ρώτησε τι μαγειρεύω τέτοια ώρα. Εγώ του απάντησα ότι μαγειρεύω φαγητό, αν θυμάμαι καλά. Επειδή με είχε πάρει τηλέφωνο πριν έρθει, πρόλαβα και μάζεψα, καθάρισα τους χώρους που έκοψα το παιδί και το αίμα από τους τοίχους με σπρέι και ένα σφουγγάρι. Ο Νικολάι μετά από λίγο έφυγε. Μόλις έφυγε, συνέχισα να κάνω αυτά που σας είπα. Γύρισα στο μπάνιο, έκοψα τα χεράκια της από το ύψος των ώμων.

Θέλω να σας πω ότι όταν έκοβα τα άκρα, πιτσίλαγε αίμα στους τοίχους. Τον πάνω κορμό της μαζί με το κεφαλάκι της τα έβαλα σε μια σακούλα και τα τοποθέτησα δίπλα σε μια ντουλάπα στην κουζίνα. Αυτό με πήρε μέχρι το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου. Μετά περίμενα να επιστρέψει στα σπίτια του ο κόσμος από την Ανάσταση, για να μην κυκλοφορεί κανένας έξω και με δει. Μόλις είδα ότι δεν έχει κόσμο έξω, άρχισα να βγάζω μία ή δύο σακούλες κάθε φορά και να τα πετάω σε διαφορετικό κάθε φορά κάδο, γύρω από το σπίτι μου. Την επόμενη μέρα το πρωί, δηλαδή την Κυριακή του Πάσχα, μόλις ξύπνησα, πήρα από την κουζίνα το κεφαλάκι και τον πάνω κορμό της μικρής, το μετέφερα στο μπάνιο και το έβαλα σε μια λεκάνη.

Εκεί, επειδή δεν μπορούσα να βλέπω το προσωπάκι της, με ένα σουγιαδάκι που ανοίγει και κλείνει, αφαίρεσα το δέρμα από το προσωπάκι της για να μη μου θυμίζει το πρόσωπο της μικρής. Στη συνέχεια έκοψα το κεφαλάκι της από τον λαιμό και το έβρασα σε κατσαρόλα για να μου είναι πιο εύκολο να το κόψω σε μικρά κομματάκια και να το ανακατέψω με ρύζι.

Στη συνέχεια γύρισα στο μπάνιο, με το μαχαίρι έκανα μια τομή στο στήθος και στην κοιλίτσα του, έβγαλα τα εντόσθια από μέσα και τα έβαλα σε μια σακούλα πλαστική. Εκοψα τον πάνω κορμό σε μικρότερα κομμάτια, με τον τρόπο που σας είπα πιο πάνω, έβρασα ρύζι, πατάτες και ό,τι άλλο είχα μέσα στο σπίτι και τα έβαλα μέσα σε πλαστικές σακούλες, ανακατεύοντάς τα, για να φαίνεται σαν φαγητό. Αφού τα πέταξα όλα μέχρι το βράδυ της Κυριακής, μαζί με τις κουβέρτες, τα χαλιά και ό,τι άλλο είχε λερωθεί με αίμα, καθάρισα το σπίτι όσο μπορούσα καλύτερα με χλωρίνη και ΑΖΑΧ που είχα. Μάλιστα, καθάρισα και τα σιφώνια εξωτερικά, γιατί είχε και εκεί αίμα. Μετά πέταξα τις λεκάνες και τη σφουγγαρίστρα που είχα. Για να μην καταλάβει κάποιος κάτι, αγόρασα καινούργιες λεκάνες, σφουγγαρίστρα και ένα μαχαίρι. Αφού σιγουρεύτηκα ότι τελείωσα, τότε είπα του Νικολάι να έρθει σπίτι να μείνει, γιατί με πίεζε και ήθελε να τον φιλοξενήσω.

Οταν ήρθε σπίτι, του έκανε εντύπωση που η τουαλέτα ήταν τόσο καθαρή. Επειδή εγώ ήθελα πολύ να μιλήσω σε κάποιον, αποφάσισα να του πω τι έγινε. Αυτός όμως επειδή με έβλεπε να είμαι λίγο διστακτικός στην αρχή, είπε να πάμε να «γίνουμε» και μετά να μιλήσουμε. Μόλις αγοράσαμε πρέζα, ξεκίνησα να του λέω όλα όσα σας είπα. Αυτός τελειώνοντας μου είπε ότι είχε καταλάβει ότι κάποιο πρόβλημα υγείας είχε το παιδί και δεν ήταν καλά. Τότε αυτός μου υποσχέθηκε ότι δεν πρόκειται να πει τίποτα σε κανέναν, λέγοντάς μου πως ό,τι είπαμε θα μείνει εδώ.

Ολο αυτό το διάστημα που μιλούσαμε στο τηλέφωνο με τη Δήμητρα και με ρωτούσε για τη μικρή, της απαντούσα ότι είναι μια χαρά και ότι το παιδί το πρόσεχε η μάνα μου. Αν και με ρωτούσε ποιο είναι το νούμερο της μάνας μου για να μιλήσει με τη μικρή, εγώ της έλεγα ότι θα της το έδινα αργότερα.

Οταν τελικά επέστρεψε η Δήμητρα, της είπα ψέματα ότι χάθηκε στις 19-4-2015 και της είπα ότι θα είναι καλύτερο για μας να πάμε στη Βουλγαρία. Πράγματι, την ίδια μέρα που γύρισε η Δήμητρα από τη Γερμανία, στις 22-4-2015, φύγαμε και πήγαμε στη Βουλγαρία. Ομως εκεί καθίσαμε μόνο μία μέρα και στις 24-4-2015 γυρίσαμε στην Αθήνα. Γυρίσαμε γιατί η Δήμητρα ήθελε να ψάξει το παιδί. Τελικά αφού δεν μπορούσα να κάνω κάτι για να την εμποδίσω να δηλώσει την εξαφάνιση του παιδιού, αποφάσισα να πω ψέματα σε όποιον με ρωτούσε από κει και πέρα.

Θέλω να σας πω ότι το κοριτσάκι μου το αγαπούσα πάρα πολύ και ακόμα και αν τσακωθήκαμε με τη Δήμητρα κάποιες φορές, τη μικρή ποτέ δεν τη φώναξα ούτε τη χτύπησα. Θέλω να πως επίσης ότι ούτε η γυναίκα μου ούτε ο Διογένης ξέρει τίποτα από αυτά. Επίσης, είχαν ένα αμάξι, μια BMW, με πινακίδες κυκλοφορίας CA7790OPP. Με αυτό το αμάξι, πριν από δύο τρεις μήνες περίπου, ενώ βρισκόμουν στην Αχαρνών, πέρασε ένα μηχανάκι, ένα παπάκι HONDA ASTREA με δύο άτομα, STOP και χτύπησαν πάνω στην πόρτα μου. Απ’ ό,τι είδα δεν έπαθαν κάτι.

Ο οδηγός της μηχανής με πρόλαβε πιο κάτω και μου ζητούσε λεφτά. Εγώ του έδωσα τον αριθμό του κινητού μου τηλεφώνου και του είπα ότι θα τα λέγαμε την επόμενη ημέρα. Επειδή φοβήθηκα, πήρα το αμάξι, το οποίο δεν είναι στο όνομά μου, το πήγα στη Βουλγαρία, στο χωριό μου, το άφησα εκεί και όταν συνέβη αυτό με την κόρη μου, πήρα τηλέφωνο τον αδερφό της Δήμητρας και του είπα να βγάλει τις πινακίδες. Το αμάξι είναι παρκαρισμένο σε έναν δρόμο της Σόφιας, τον οποίο δεν γνωρίζω.

Νάντια Αλεξίου- NantiaReport